Η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί κατάκτηση του σύγχρονου πολιτισμού. Παρόλο που στον σύγχρονο κόσμο η έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατέχει σημαντική θέση σε διεθνές επίπεδο, η Ορθόδοξη Εκκλησία μόνο σχετικά πρόσφατα άρχισε να λαμβάνει θέση αναφορικά με το επίκαιρο και κρίσιμο αυτό ζήτημα. Όμως η Εκκλησία μεριμνά για τον όλο άνθρωπο ως ψυχοσωματική υπόσταση. Δεν υπάρχει πτυχή της ζωής του ανθρώπου που η Εκκλησία να μην περιλαμβάνει σωτηριολογικά. Είναι γεγονός ότι για τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν εκφραστεί γνώμες φαινομενικά αντικρουόμενες από φορείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όμως στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για αντίθεση, αλλά για τονισμό διαφορετικών όψεων της ίδιας θεολογίας. Στην περιορισμένη έκταση του παρόντος κειμένου υπάρχει ο κίνδυνος υπεραπλούστευσης, όμως θα επιχειρηθεί η αντικειμενική, συστηματική αλλά και συνοπτική εξέταση του θέματος.
Εισαγωγικά αξίζει να αναφερθεί ότι στο ευαγγελικό μήνυμα κυρίαρχη θέση κατέχει η αγάπη προς τον πλησίον και κατ’ επέκταση ο σεβασμός προς το ανθρώπινο πρόσωπο και η προστασία των αδυνάτων, δηλαδή όσων βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, όπως οι πτωχοί, οι ασθενείς, οι φυλακισμένοι, οι ξένοι κλπ. Επιπρόσθετα, στην διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης και η υπεράσπιση των κοινωνικά υποδεέστερων αποτελεί sine qua non στοιχείο.
Αν θέλουμε να μνημονεύσουμε μια αρνητική προσέγγιση εξετάζοντας τις απόψεις μεμονωμένων σύγχρονων ορθόδοξων διανοητών αξίζει να αναφέρουμε τον Χρήστο Γιανναρά που περιγράφει την ορθόδοξη κουλτούρα και τη νεωτερικότητα ως «ασύμβατες» και μάλιστα ως «αντίθετες» κουλτούρες. Υποστηρίζει επίσης, ότι «οι επιρροές από τη δύση» στον ορθόδοξο κόσμο οδηγούν σε «ένα είδος πολιτιστικής σχιζοφρένειας». Ακόμη, γράφει ότι πρόκειται για μια διακήρυξη χρησιμοθηρικού ρεαλισμού, για μια καθολίκευση της ατομικής εξουσίας του δικαιώματος και για προκαθορισμούς. Ζητά την αυτοκατάργησή τους μέσα από την «οριοθέτηση της αυθυπέρβασης του ατόμου-της ελευθερίας του υποκειμένου» εν ονόματι «της διαπροσωπικής κοινωνίας».
η Εκκλησία μεριμνά για τον όλο άνθρωπο ως ψυχοσωματική υπόσταση. Δεν υπάρχει πτυχή της ζωής του ανθρώπου που η Εκκλησία να μην περιλαμβάνει σωτηριολογικά. Είναι γεγονός ότι για τα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν εκφραστεί γνώμες φαινομενικά αντικρουόμενες από φορείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όμως στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για αντίθεση, αλλά για τονισμό διαφορετικών όψεων της ίδιας θεολογίας.
Στον αντίθετο πόλο κινείται ο Αναστάσιος Γιαννουλάτος, ο σημερινός αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, που διαθέτει αυξημένο κύρος στην Οικουμενική Ορθοδοξία λόγω της μετριοπάθειας και της σύνεσης που τον διακρίνει. Επισημαίνει ότι «η Εκκλησία οφείλει να είναι κέντρο ηθικής και πνευματικής έμπνευσης, φυτώριο ολοκληρωμένων και αγιασμένων προσωπικοτήτων, εργαστήριο ανιδιοτελούς αγάπης. Ο κρίσιμος ρόλος που η Εκκλησία καλείται να διαδραματίσει στον σύγχρονο κόσμο οφείλει να ξεκινά με αυτοκριτική. Στην παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας το πρότυπο του προσώπου με ολοκληρωμένη προσωπικότητα δεν είναι ο επιτυχημένος πολίτης με τα εξασφαλισμένα ατομικά του δικαιώματα, αλλά ο άγιος, ο μάρτυρας, ο ερημίτης, ένα πρόσωπο ελεύθερο από την επιθυμία των χρημάτων, κτήσεων, δόξας ή αναγνώρισης. Αυτό το όραμα της εσωτερικής ελευθερίας υπερβαίνει την δύναμη και το πεδίο της σύγχρονης νομοθεσίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων»
Σε επίπεδο θεσμικών εκπροσώπων μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία έχουν καταγραφεί επίσης αντικρουόμενες απόψεις. Αφενός ο Πατριάρχης Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κύριλλος τηρεί αρνητική στάση απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα. Θεωρεί ότι το ιδεολογικό υπόβαθρο τους αποτελούν η Αναγέννηση, ο Προτεσταντισμός, η εβραϊκή φιλοσοφία, ο Διαφωτισμός και η Γαλλική Επανάσταση, που στην ουσία συνιστούν τον ειδωλολατρικό ανθρωποκεντρισμό. Υποστηρίζει ότι οι προαναφερθείσες φιλοσοφίες υμνούν το ανθρώπινο πρόσωπο παραβλέποντας ότι η αμαρτία έχει εισβάλει στην ανθρώπινη φύση. Τονίζει ότι η ελευθερία ως δώρο του Θεού συνεπάγεται και αντίστοιχη ευθύνη. Ο Πατριάρχης Κύριλλος ρίχνει το βάρος στις συνέπειες που έχει η απολυτοποίηση της αξίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μέσω του θεσμού της διεθνούς προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υποστηρίζει ότι προωθείται και προπαγανδίζεται η αμαρτία και ιδιαίτερα η ομοφυλοφιλία, οι εκτρώσεις, η ευθανασία και λοιπά.
Αντίθετα έχουμε μια φιλική προσέγγιση από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο που επισημαίνει ότι «Η κεντρική ιδέα της ορθόδοξης ανθρωπολογίας στη συνάντηση με τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι η έννοια του προσώπου, η οποία φιλοξενείται στην πατερική παράδοση και εκφράζει τη δημιουργία του ανθρώπου κατ’ εικόναν και καθ’ ομοίωσιν Θεού (Γεν. 1,26). Η ουσία του προσώπου δίνει στον άνθρωπο την ύψιστη τιμή, η οποία είναι απαραβίαστη. «Δεν υπάρχει τίποτα ιερότερο από το πρόσωπο».
Όταν η ορθόδοξη θεολογία ομιλεί για τη θέωση του ανθρώπου, και τον ορίζει ως «ζώον θεούμενον», «ον που προορίζεται να γίνει Θεός», τότε του αποδίδει αυτή την ύψιστη αξία και ορίζει τον πραγματικό του ενανθρωπισμό διά της χάριτος του Θεού μέσα στην κοινότητα της Εκκλησίας. Τίποτα δεν μπορεί εδώ να δικαιολογήσει τη μετατροπή του ανθρώπου σε απλό μέσον. Αυτή είναι μία θεμελιώδης συμβολή του Χριστιανισμού στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Για την ορθόδοξη θεολογία η εκουσίως, ως θύμα, προσφερόμενη αγάπη είναι η «ύψιστη ηθική», η εκούσια δηλαδή αποκήρυξη του ατομικού δικαιώματος εν ονόματι του πλησίον. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση απαξίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αποδοχής τους. Αντιθέτως! Ο πιστός έχει ένα επιπλέον κίνητρο, ώστε να ενεργοποιηθεί για τα δίκαια του συνανθρώπου. Πιστεύοντας κανείς στην ύψιστη αξία της χριστιανικής ελευθερίας, δεν σημαίνει με κανένα τρόπο ότι υποτιμά την εξωτερική ελευθερία.
Για την ορθόδοξη θεολογία η εκουσίως, ως θύμα, προσφερόμενη αγάπη είναι η «ύψιστη ηθική», η εκούσια δηλαδή αποκήρυξη του ατομικού δικαιώματος εν ονόματι του πλησίον. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση απαξίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αποδοχής τους. Αντιθέτως! Ο πιστός έχει ένα επιπλέον κίνητρο, ώστε να ενεργοποιηθεί για τα δίκαια του συνανθρώπου. Πιστεύοντας κανείς στην ύψιστη αξία της χριστιανικής ελευθερίας, δεν σημαίνει με κανένα τρόπο ότι υποτιμά την εξωτερική ελευθερία.
Εξετάζοντας θεσμικά κείμενα της Ορθόδοξης Εκκλησίας αξίζει να αναφερθούμε πρώτα στη «Βασική Διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας σχετικά με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την ελευθερία και τα δικαιώματα» του 2008. Η Ρωσική Εκκλησία αφιέρωσε πολυετείς προσπάθειες για το ζήτημα αυτό διοργανώνοντας πολυάριθμα συνέδρια, συζητήσεις, σεμινάρια κλπ. Κατέληξε στο επίσημο αυτό κείμενο, που έγινε αποδεκτό από την Ιερά Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας υιοθετώντας ηπιότερες διατυπώσεις συγκριτικά με τις θέσεις του Πατριάρχου Κυρίλλου, όμως εξακολουθεί να παρουσιάζει το κείμενο αυτό ως εναλλακτική άποψη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στο περίπου δεκασέλιδο αυτό κείμενο, αφού προηγείται μια θεολογική θεμελίωση, στη συνέχεια διατυπώνονται κάποιες αρχές ανάλογες με αυτές που περιλαμβάνονται στις διακηρύξεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε ένα σημείο αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «η ζωή δεν περιορίζεται στα προσωρινά όρια που θέτουν στο άτομο η κοσμική αντίληψη και το νομικό σύστημα της». Επίσης, επαινείται ο πατριωτισμός και τίθενται περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης και της τέχνης, ώστε να μην προσβάλλεται το θρησκευτικό αίσθημα των πολιτών.
Από την άλλη πλευρά πάλι η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποφάνθηκε στο επίσημο κείμενο της η «Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τον σύγχρονον κόσμο» ότι: « Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ὁμολογεῖ ὅτι ἕκαστος ἄνθρωπος, ἀνεξαρτήτως χρώματος, θρησκείας, φυλῆς, φύλου, ἐθνικότητος, γλώσσης, ἔχει δημιουργηθῆ κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ καί ἀπολαμβάνει ἴσα δικαιώματα ἐν τῇ κοινωνίᾳ. Συνεπής πρός τήν πίστιν αὐτήν, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν δέχεται τάς διακρίσεις δι’ ἕκαστον ἐκ τῶν προαναφερθέντων λόγων, ἐφ’ ὅσον αὗται προϋποθέτουν ἀξιολογικήν διαφοράν μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Ἐκκλησία, ἐν τῷ πνεύματι τοῦ σεβασμοῦ τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί τῆς ἴσης μεταχειρίσεως τῶν ἀνθρώπων, ἀξιολογεῖ τήν ἐφαρμογήν τῶν ἀρχῶν αὐτῶν ὑπό τό φῶς τῆς διδασκαλίας της περί τῶν μυστηρίων, τῆς οἰκογενείας, τῆς θέσεως τῶν δύο φύλων ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί τῶν ἐν γένει ἀξιῶν τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως».
Η πλέον απερίφραστη βέβαια υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλαμβάνεται στο κείμενο που εγκρίθηκε από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον Ιανουάριο του 2020 με τίτλο: «Υπέρ της του κόσμου ζωής: Το κοινωνικό Ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας». Ολόκληρο το κείμενο διαπνέεται από την κατηγορηματική υποστήριξη της έννοιας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε διάφορα σημεία λαμβάνει ρητά ευνοϊκή θέση. Ενδεικτικά, αναφέρεται στην παράγραφο 63: «Ἡ γλῶσσα τῶν ἀνθρώπινων δικαιωμάτων ἀποτελεῖ, ἀπό πολλές πλευρές, μία μινιμαλιστική γλῶσσα. Πρόκειται, ὡστόσο, γιά μία συνοπτική γλῶσσα ἡ ὁποία μπορεῖ νά συμβάλει στή διαμόρφωση καί τή διασφάλιση τῶν κανόνων φιλανθρωπίας, ἐλέους καί δικαιοσύνης, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία θεωρεῖ ὡς τό ἐλάχιστο προαπαιτούμενο γιά κάθε κοινωνία. Τελικά, ἀποτελεῖ μία γλῶσσα, ἡ ὁποία θά πρέπει νά καταφάσκεται καί νά ὑποστηρίζεται ἀδιαλείπτως ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς στόν σύγχρονο κόσμο».
Από τα παραπάνω μπορούμε να συναγάγουμε το συμπέρασμα ότι απέναντι στο ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η στάση της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν είναι ενιαία. Ωστόσο, κατά την γνώμη του γράφοντος δεν υφίσταται ουσιαστική θεολογική διαφορά, αλλά η prima facie αντίθεση οφείλεται σε λόγους ιστορικής συγκυρίας και ποιμαντικής προσέγγισης. Συγκεκριμένα, οι προαναφερθέντες εκπρόσωποι της Ρωσικής Εκκλησίας απευθύνονται σε εθνικό ακροατήριο, όπου την Ορθοδοξία ασπάζεται η πλειοψηφία του πληθυσμού προσπαθώντας να διαφυλάξει τα ήθη του ποιμνίου. Από την άλλη πλευρά τα κείμενα του περιβάλλοντος του Οικουμενικού Πατριαρχείου απευθύνονται σε οικουμενικό ακροατήριο όπου οι ορθόδοξοι αποτελούν την μειοψηφία επιχειρώντας να προβάλουν τις θέσεις της Εκκλησίας. Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να επισημάνουμε ότι από άποψη πολιτικής ορθότητας δεν είναι αποδεκτό στις φιλελεύθερες δυτικές κοινωνίες να εκφραστεί κανείς κριτικά απέναντι στην έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στην ουσία η θέση της Εκκλησίας μπορούμε να πούμε ότι συμπυκνώνεται στην έννοια του προσώπου, στο οποίο ο Θεός αποδίδει ύψιστη σημασία. Βασικό χαρακτηριστικό του προσώπου αποτελεί η ελευθερία, η οποία αποτελεί δώρο του Θεού. Υπάρχει βέβαια πάντοτε ο κίνδυνος κατάχρησης αυτής της ελευθερίας με την μορφή της αμαρτίας, όμως ο Θεός εξακολουθεί να σέβεται και να μην παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου. Εν κατακλείδι, ο θεσμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί μια ανθρώπινη σύλληψη και πραγματοποιεί ένα σημαντικό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση της ειρήνης και της προόδου του ανθρωπίνου πολιτισμού.
Στην ουσία η θέση της Εκκλησίας μπορούμε να πούμε ότι συμπυκνώνεται στην έννοια του προσώπου, στο οποίο ο Θεός αποδίδει ύψιστη σημασία. Βασικό χαρακτηριστικό του προσώπου αποτελεί η ελευθερία, η οποία αποτελεί δώρο του Θεού. Υπάρχει βέβαια πάντοτε ο κίνδυνος κατάχρησης αυτής της ελευθερίας με την μορφή της αμαρτίας, όμως ο Θεός εξακολουθεί να σέβεται και να μην παραβιάζει την ελευθερία του ανθρώπου. Εν κατακλείδι, ο θεσμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί μια ανθρώπινη σύλληψη και πραγματοποιεί ένα σημαντικό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση της ειρήνης και της προόδου του ανθρωπίνου πολιτισμού. Ως ανθρώπινο κατασκεύασμα ασφαλώς δεν είναι δυνατόν να εγγίζει την τελειότητα και δεν περιλαμβάνει την πληρότητα του περιεχομένου της αποκαλυμμένης Αλήθειας, η οποία με την αγάπη και την πίστη παρέχουν την δυνατότητα θέωσης στον άνθρώπο.
Ο Κωνσταντίνος Κίνας είναι Θεολόγος-Νομικός με μεταπτυχιακές σπουδές στη Συστηματική Θεολογία και το Διεθνές Δίκαιο.
Το εικαστικό θέμα είναι λεπτομέρεια από το έργο της Φέιθ Ρινγκολντ “The Sunflower Quilting Bee at Arles”, μεταξοτυπία, 1996.