Γκουστάβο Γκουτιέρρες (8 Ιουνίου 1928 – 22 Οκτωβρίου 2024)
Ακούστε το άρθρο:
Ο Περουβιανός καθολικός θεολόγος και ιερέας Γκουστάβο Γκουτιέρρες, ένας εκ των σημαντικότερων πατέρων της Θεολογίας της Απελευθέρωσης της Λατινικής Αμερικής, αποτελεί μια απ’ τις πιο εμβληματικές θεολογικές φωνές του 20ού αιώνα. Άρθρωσε τη θεολογική του προσέγγιση με αφετηρία τη Β΄ Βατικανή Σύνοδο (1962-1965) και τη Δεύτερη Σύνοδο των Επισκόπων της Λατινικής Αμερικής, η οποία διεξήχθη στο Μεντεγίν της Κολομβίας το 1968, τα πορίσματα της οποίας επικαιροποιήθηκαν δέκα χρόνια αργότερα στη Σύνοδο της Πουέμπλα. Σπούδασε στο Βέλγιο, στη Γαλλία και στην Ιταλία αλλά τα ποιμαντικά βιώματά του στις φτωχογειτονιές της Λίμα ήταν αυτά που καθόρισαν την κατεύθυνση της σκέψης του. Η εξαθλίωση των ανθρώπων που διακονούσε έθετε ως επείγουσα ανάγκη να μπορέσει να δοθεί μια απάντηση στο ερώτημα «με ποιο τρόπο το ευαγγέλιο είναι καλά νέα για τους φτωχούς;» και τι σημαίνει η διακήρυξη του Ιησού «πνεῦμα κυρίου ἐπ᾽ ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέν με εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς· ἀπέσταλκέν με ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν· κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν, καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρύξαι ἐνιαυτὸν κυρίου δεκτόν» (Λουκ 4:18-19);
Όλα αυτά για τον Περουβιανό ιερέα δεν γίνεται να εξαντλούνται στο πνευματικό πεδίο, ωσάν ο άνθρωπος να μην έχει σώμα, αλλά αφορούν το όλον, ακολουθώντας το νόημα πλήθους βιβλικών χωρίων, όπως το 2:15-16 της επιστολής Ιακώβου, στην οποία ο Γκουτιέρρες επιστρέφει συχνά: «Ἐὰν δὲ ἀδελφὸς ἢ ἀδελφὴ γυμνοὶ ὑπάρχωσιν καὶ λειπόμενοι ὦσιν τῆς ἐφημέρου τροφῆς, εἴπῃ δέ τις αὐτοῖς ἐξ ὑμῶν, Ὑπάγετε ἐν εἰρήνῃ, θερμαίνεσθε καὶ χορτάζεσθε, μὴ δῶτε δὲ αὐτοῖς τὰ ἐπιτήδεια τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος;» Με άλλα λόγια, τα μυστήρια, τα κηρύγματα και οι προσευχές δεν φτάνουν. Η εκκλησία, λέει ο Γκουτιέρρες, καλείται να συμπορευτεί με τους φτωχούς της γης, να καταδικάσει ό,τι τους καταπιέζει, και να πάρει θέση υπέρ των αναγκεμένων.
Μια από τις πιο γνωστές αλλά συχνά παρεξηγημένες του φράσεις είναι ότι ο Θεός διακρίνεται (και κατ’ επέκταση οφείλουμε κι εμείς) από μια «preferential option for the poor», η οποία μεταφράστηκε στα ελληνικά ως «δικαιωματική προτεραιότητα» για τους φτωχούς.[1] Το «δικαιωματική» μπορεί να είναι παραπλανητικό καθώς η φράση αυτή δεν απορρέει απ’ τη συζήτηση περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά είναι πρωτίστως θεολογική. Πηγάζει από τη μέριμνα του Θεού για όσους ο κόσμος συνήθως απορρίπτει. Δεν επιλέγουμε τον φτωχό, λέει ο Γκουτιέρρες, επειδή είναι απαραίτητα καλύτερος ή ανώτερος ηθικά από άλλους. Επιλέγουμε τον φτωχό γιατί ο Θεός είναι αυτός που είναι. Στον φτωχό φανερώνεται η ύπαρξη της αγάπης ή η απουσία της στον κόσμο, η ύπαρξη ή η απουσία της δικαιοσύνης, άρα και η ύπαρξη ή η απουσία του Θεού, και γι’ αυτό ο φτωχός έχει προτεραιότητα έναντι των άλλων.
Με άλλα λόγια, τα μυστήρια, τα κηρύγματα και οι προσευχές δεν φτάνουν. Η εκκλησία, λέει ο Γκουτιέρρες, καλείται να συμπορευτεί με τους φτωχούς της γης, να καταδικάσει ό,τι τους καταπιέζει, και να πάρει θέση υπέρ των αναγκεμένων.
Με τη φράση «δικαιωματική προτεραιότητα» ο Γκουτιέρρες δεν μιλάει για αποκλειστικότητα. Σαφώς θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στις ενδεείς ομάδες, σε όσους βρίσκονται στο περιθώριο για οποιονδήποτε λόγο. Αυτοί είναι οι πρώτοι αποδέκτες της αλληλεγγύης των Χριστιανών αλλά όχι και οι μοναδικοί. Ο Θεός είναι ο Θεός όλων, αλλά ιδιαίτερα των φτωχών. Όπως έλεγε κι ο Αρχιεπίσκοπος Όσκαρ Ρομέρο «εκ του μέσου των φτωχών, η εκκλησία μπορεί να είναι για όλους».[2] Ακόμα, η κλήση αυτή απευθύνεται τόσο στον πλούσιο όσο και στον ίδιο τον φτωχό. Και ο φτωχός θα πρέπει να κάνει την ίδια αυτή επιλογή.
Αρκετά σημαντικές ήταν οι διασαφηνίσεις του σχετικά με την έννοια της φτώχειας. Από τη μία υπάρχει η «υλική φτώχεια» με την οποία εννοούμε την έλλειψη των αναγκαίων υλικών αγαθών που επιτρέπουν στον άνθρωπο να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή. Η φτώχεια, με αυτή την έννοια, αντιστρατεύεται τη ζωή και την ευημερία του ανθρώπου. Τον υποτιμά και τον εξαθλιώνει. Ταυτόχρονα επισημαίνει ότι οι Χριστιανοί έχουν συχνά την τάση να βλέπουν την υλική φτώχεια ως κάτι το θετικό, σχεδόν ως θρησκευτικό ιδανικό. Η αδιαφορία απέναντι στα γήινα, η αυστηρή λιτότητα, η ταπεινοφροσύνη, θεωρούνται αναγκαία προϋπόθεση για μια άγια ζωή. Αυτό, λέει ο Γκουτιέρρες, δίνει την εντύπωση ότι ο Χριστιανισμός βρίσκεται σε αντίφαση με την επιθυμία των ανθρώπων να εξαλείψουν την εκμετάλλευση και να ευημερήσουν, φαίνεται να εξωραΐζει τη φτώχεια με αποτέλεσμα να οδηγεί σε μια παθητική αποδοχή μιας υποτιμητικής κατάστασης για τον άνθρωπο.
Η «πνευματική φτώχεια», λέει ο Γκουτιέρρες, είναι μια εσωτερική στάση αποσύνδεσης από τα υλικά αυτού του κόσμου. Εδώ ο φτωχός δεν είναι αυτός που δεν έχει αγαθά, αλλά αυτός που δεν είναι προσκολλημένος σε αυτά ακόμα κι αν τα κατέχει. Ο πλούσιος, λοιπόν, μπορεί να είναι «φτωχός» πνευματικά και ο φτωχός εσωτερικά «πλούσιος». Ο Γκουτιέρρες προειδοποιεί ότι αυτή η κατανόηση μπορεί να λειτουργεί καθησυχαστικά. Να κατανοηθεί δηλαδή ότι μπορεί κανείς να συνεχίσει να συσσωρεύει ή να διατηρεί τον πλούτο του στον βαθμό που δεν είναι «προσκολλημένος» σε αυτόν και ως αποτέλεσμα η πνευματική αυτή διάσταση να μην σαρκώνεται ποτέ. Από τη στιγμή που ο πλούτος δεν έχει σημασία παρά μόνο η στάση της καρδιάς, τότε δεν υπάρχει και λόγος να νοιάζεται κανείς για όσους ζουν στην ανέχεια.
Ερευνώντας τις βιβλικές έννοιες της φτώχειας και θέλοντας να συνθέσει μια τρίτη χριστοκεντρική κατανόηση, εξετάζει πρώτα τη φτώχεια ως μια καταδικαστέα, σκανδαλώδη, κατάσταση ενάντια στην οποία κηρύττουν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Ο νόμος του Μωυσή, επίσης, διαμορφώνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να εμποδίζει την εδραίωσή της, να ανακουφίζει τους αναγκεμένους, αλλά και να προσφέρει τη δυνατότητα επανεκκίνησης της κοινωνίας μέσω της επιστροφής των περιουσιών που είχαν κατασχεθεί από τους φτωχούς (π.χ. Ιωβηλαίο έτος). Το μωσαϊκό όραμα μιας κοινωνίας χωρίς φτώχεια και καταπίεση εδράζεται στο ιδρυτικό αφήγημα της εξόδου του Ισραήλ από τη σκλαβιά της Αιγύπτου. «Φτώχεια σημαίνει θάνατος» λέει ο Γκουτιέρρες. Φτώχεια είναι η έλλειψη σίτισης, στέγης, η απουσία ή δυσκολία πρόσβασης στην υγεία και στην παιδεία, η εργασιακή εκμετάλλευση, η χρόνια ανεργία και –προσθέτω – η αισχροκερδής και ιλιγγιωδώς αυξανόμενη εμπορία ανθρώπων. Από τη στιγμή που ο Θεός μας είναι ο Θεός της ζωής, εφόσον αυτός είναι που προστάζει «διαλέξτε τη ζωή για να ζήσετε!» (Δευτ. 30:19), είναι προφανές ότι η φτώχεια αντιστρατεύεται το θείο θέλημα και η εκκλησία οφείλει να την ανιχνεύσει, να την καταγράψει, να την αποκηρύξει όπως έκαναν και οι βιβλικοί συγγραφείς.
Ο πλούσιος, λοιπόν, μπορεί να είναι «φτωχός» πνευματικά και ο φτωχός εσωτερικά «πλούσιος». Ο Γκουτιέρρες προειδοποιεί ότι αυτή η κατανόηση μπορεί να λειτουργεί καθησυχαστικά. Να κατανοηθεί δηλαδή ότι μπορεί κανείς να συνεχίσει να συσσωρεύει ή να διατηρεί τον πλούτο του στον βαθμό που δεν είναι «προσκολλημένος» σε αυτόν και ως αποτέλεσμα η πνευματική αυτή διάσταση να μην σαρκώνεται ποτέ.
Στην Αγία Γραφή, ο Γκουτιέρρες επισημαίνει κι ένα άλλο είδος φτώχειας, τη φτώχεια ως «πνευματική παιδικότητα», η οποία απαντάται τόσο στην Παλαιά Διαθήκη (π.χ. Σφν. 2:3, 3:12-13, Ησ. 66:2) όσο και στην Καινή (π.χ. «μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι» Ματ. 5:3). Εδώ χρησιμοποιείται η φτώχεια ως μεταφορά για την αυτοδιάθεση του ανθρώπου στο θείο θέλημα, για το άνοιγμα του ανθρώπου προς τον Θεό με μια στάση «παιδικής» παράδοσης και ολικής αφοσίωσης σε αυτόν. Αυτή η χρήση της λέξης και των συγγενικών της λέξεων αναπτύσσεται κυρίως στην περίοδο της Βαβυλωνιακής εξορίας και αναφέρεται σε όσους δεν αποκάμνουν αλλά συνεχίζουν να προσμένουν το απελευθερωτικό έργο του Θεού διαμέσου του Μεσσία του. Σε αυτή τη φτώχεια θεωρεί ο Γκουτιέρρες ότι κάνει αναφορές η Επί του Όρους ομιλία, όπου το να είναι κανείς φτωχός, πράος, πεινών και διψών σημαίνει να είναι σαν τον Χριστό.
Η βιβλική θεώρηση της φτώχειας, κατά τον Γκουτιέρρες, δεν θολώνει τη διάκριση των δυο εννοιών. Η υλική φτώχεια είναι πάντοτε απευκταία, δεν «ασβεστώνεται» ποτέ. Η «πνευματική φτώχεια» από την άλλη, η πνευματική παιδικότητα, το παράδειγμα του Χριστού, είναι ο τρόπος με τον οποίο η εκκλησία υπάρχει εν τω κόσμω. Η σύνθεση των δύο αυτών εννοιών που συνυπάρχουν στη Βίβλο δημιουργούν για τον Γκουτιέρρες μια κατανόηση της φτώχειας ως αλληλεγγύης προς τον φτωχό αλλά και διαμαρτυρίας για τη φτώχεια του.
Παρόλο που η θεολογία του Γκουτιέρρες είχε και τους επικριτές της, εντούτοις επηρέασε όχι μόνο την καθολική εκκλησία αλλά και τον προτεσταντισμό στη Λατινική Αμερική. Η ιεραποστολική διακονία πολλών εκκλησιαστικών παραδόσεων έχει πλέον αλλάξει με περισσότερη έμφαση στην ολιστική φροντίδα του ανθρώπου (διακονίες σχετικές με την έλλειψη στέγης, τις εξαρτήσεις, την εμπορία ανθρώπων, κ.ά.). Εκκρεμεί, παρόλα αυτά, μια πιο τολμηρή στάση εκ μέρους των εκκλησιών για κατανόηση και καταγγελία των βαθύτερων αιτιών της φτώχειας και της καταπίεσης που βιώνουν οι συνάνθρωποί μας.
Με άλλα λόγια, η πνευματική φτώχεια πρέπει να σαρκωθεί. Το παράδειγμα του Χριστού δεν υπάρχει μόνο για να καταδείξει πώς επωφεληθήκαμε απ’ αυτό αλλά για να αναπαράγει το ίδιο φρόνημα στο σώμα του Χριστού, τους πιστούς. Η κένωση του Χριστού διδάσκεται από τον Απ. Παύλο για έναν βασικό σκοπό: «τοῦτο γὰρ φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν χριστῷ Ἰησοῦ» (Φιλ. 2:5). H εθελούσια φτώχεια του Χριστού είχε σκοπό τον πλουτισμό της εκκλησίας ώστε και η εκκλησία, αδέσμευτη από την προσκόλληση στον πλούτο και στη δύναμη, να μπορεί να πτωχεύει αλληλέγγυα για χάρη όσων την έχουν ανάγκη: «δι᾽ ὑμᾶς ἐπτώχευσεν πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσητε» (Β΄ Κορ. 8:9). Η εκκλησία, ομοίως, επιλέγει να πτωχεύει όχι γιατί είναι υπέρ της φτώχειας αλλά γιατί είναι υπέρ του αγώνα κατά της φτώχειας. Όπως έγραψαν και οι επίσκοποι της Λατινικής Αμερικής στη Σύνοδο του Μεντεγίν της Κολομβίας, η εκκλησία είναι αυτή που ακούει την κραυγή του καταπιεσμένου και συντάσσεται μαζί του στις αξιώσεις του για ζωή, ελευθερία και χάρη. Η Σύνοδος παρουσιάζει «το πρόσωπο μιας αυθεντικά φτωχής, ιεραποστολικής, πασχάλιας εκκλησίας, χωρίς δεσμούς με πρόσκαιρες εξουσίες και γενναία ταγμένη στην απελευθέρωση του ανθρώπου ως όλον και των ανθρώπων όλων. (Medellín, “Document on Youth,” no. 15).
Παρόλο που η θεολογία του Γκουτιέρρες είχε και τους επικριτές της, εντούτοις επηρέασε όχι μόνο την καθολική εκκλησία αλλά και τον προτεσταντισμό στη Λατινική Αμερική.[3] Η ιεραποστολική διακονία πολλών εκκλησιαστικών παραδόσεων έχει πλέον αλλάξει με περισσότερη έμφαση στην ολιστική φροντίδα του ανθρώπου (διακονίες σχετικές με την έλλειψη στέγης, τις εξαρτήσεις, την εμπορία ανθρώπων, κ.ά.). Εκκρεμεί, παρόλα αυτά, μια πιο τολμηρή στάση εκ μέρους των εκκλησιών για κατανόηση και καταγγελία των βαθύτερων αιτιών της φτώχειας και της καταπίεσης που βιώνουν οι συνάνθρωποί μας. Όπως έλεγε και ο Γκουτιέρρες, απαιτείται η αναγνώριση ότι το κακό εδράζεται σε άδικες κοινωνικές δομές και συστήματα και όχι μόνο στις καρδιές των ανθρώπων, όπως και πεποίθηση ότι αυτές οι δομές μπορούν να ξεριζωθούν και να αντικατασταθούν από άλλες.
Ο Γκουστάβο Γκουτιέρρες πέθανε στις 22 Οκτωβρίου 2024 σε ηλικία 96 ετών, και η επιρροή της θεολογίας του στην παγκόσμια χριστιανική σκέψη δεν θα μπορούσε να υπερεκτιμηθεί. Όταν ρωτήθηκε πώς θα ήθελε οι άνθρωποι να τον θυμούνται, απάντησε: «ελπίζω η ζωή μου στο τέλος να ήταν μια προσπάθεια μαρτυρίας του μηνύματος του Ευαγγελίου: Πάνω απ’ όλα, ο Θεός αγαπά όλους τους ανθρώπους, ιδιαίτερα αυτούς που ο κόσμος θεωρεί ως τους πιο ασήμαντους.»[4]
[1] Βλ. Γκουστάβο Γκουτιέρρες, Θεολογία της Απελευθέρωσης, μετ. Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, επιμ. Θοδωρής Δρίτσας (Αθήνα: Άρτος Ζωής, 2012), 35-42.
[2] “From among the poor, the church can be for everyone.” Gustavo Gutiérrez, “Option for the Poor” in Systematic Theology: Perspectives from Liberation Theology, eds. John Sobrino and Ignacio Ellacuría (Maryknoll, NY: Orbis Books, 1996), 48.
[3] Franco Iacomini, “The Evangelical Legacy of Gustavo Gutierrez’s Liberation Theology,” Christianity Today, October 25, 2024, online: https://www.christianitytoday.com/2024/10/died-gustavo-gutierrez-liberation-theology/?utm_source=facebook&utm_medium=post&utm_campaign=article
[4] Dennis Brown, “In memoriam: Rev. Gustavo Gutiérrez, O.P., renowned Notre Dame theologian, father of ‘liberation theology’,” Notre Dame News, 23 October 2024, Online: https://news.nd.edu/news/in-memoriam-rev-gustavo-gutierrez-o-p-renowned-notre-dame-theologian-founder-of-liberation-theology/