Ο Πάπας Φραγκίσκος στην πλατεία του Αγίου Πέτρου το 2013.

Ένας Πάπας απ’ την άκρη του κόσμου

Ακούστε το άρθρο:

Στον Φραγκίσκο, που τόλμησε να φέρει την ελπίδα εκεί,

όπου άλλοι φοβήθηκαν να βαδίσουν.

Στεκόταν στο μικρό μπαλκόνι της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, λουσμένος από το φως της νύχτας και τις σκιές μιας Εκκλησίας κουρασμένης από σκάνδαλα και παραιτήσεις.

«Καλησπέρα», είπε.

Όχι μια θριαμβολογικού τύπου ευλογία, ούτε κάποιο επίσημο μήνυμα. Μονάχα ένας απλός χαιρετισμός, σαν αυτόν που ανταλλάσσουν καθημερινά οι γείτονες στον δρόμο. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, μέσα σ’ αυτή την απρόσμενη απλότητα, κάποιοι διαισθάνθηκαν ότι κάτι αλλάζει.

Ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο γνώριζε ότι δεν τον εξέλεξαν για να τους κολακέψει ή να τους παρηγορήσει. Στο μικρό δωμάτιο του ξενώνα της Αγίας Μάρθας, λίγες μέρες αργότερα, έγραφε σε ένα παλιό σημειωματάριο:

«Η Εκκλησία πρέπει να κατεβεί από τα βάθρα της. Να λερωθεί. Να ακούσει.»

Το πρώτο του ταξίδι ήταν στη Λαμπεντούζα. Ούτε οι διπλωμάτες ούτε οι καρδινάλιοι το θεώρησαν συνετό.

«Γιατί να πας εκεί; Τι έχεις να κερδίσεις;» τον ρώτησαν.

Εκείνος χαμογέλασε με εκείνο το λίγο πικρό και λίγο παιχνιδιάρικο χαμόγελο που έκτοτε θα γινόταν σήμα κατατεθέν του.

«Πηγαίνω εκεί όπου κλαίει η θάλασσα.»

Στάθηκε μπροστά σε μια θάλασσα γεμάτη νεκρά σώματα και χαμένα όνειρα και ζήτησε συγγνώμη. Γιατί, όπως είπε, «συνηθίσαμε τον πόνο».

Δεν ήταν μια καλοστημένη παράσταση. Ήταν μάλλον μια κρίση συνείδησης.

Έπαιρνε αποφάσεις απλές, σχεδόν παιδικές, που προκαλούσαν σεισμούς. Δημιουργούσε μικρές ομάδες που συμβουλευόταν τακτικά χωρίς όμως να περιστοιχίζεται από αυλικούς. Άνοιγε δρόμους για τους φτωχούς, για τους ξεχασμένους, για εκείνους που δεν είχαν θέση στις συνοδικές αίθουσες.

Στη Ρώμη, τα τείχη στένευαν. Οι παλιοί κύκλοι αντιστέκονταν. Μιλούσαν για «σύγχυση», για «κίνδυνο δογματικής παρέκκλισης», για έναν «πάπα που πολιτικολογεί».

Ο Φραγκίσκος το γνώριζε καλά. Το έλεγε στους στενούς του συνεργάτες, σχεδόν ψιθυριστά:

«Όταν το Ευαγγέλιο δεν προκαλεί φόβο, τότε κάτι κάνουμε λάθος.»

Έπαιρνε αποφάσεις απλές, σχεδόν παιδικές, που προκαλούσαν σεισμούς. Δημιουργούσε μικρές ομάδες που συμβουλευόταν τακτικά χωρίς όμως να περιστοιχίζεται από αυλικούς. Άνοιγε δρόμους για τους φτωχούς, για τους ξεχασμένους, για εκείνους που δεν είχαν θέση στις συνοδικές αίθουσες. Μιλούσε για το περιβάλλον σαν να επρόκειτο για το σπίτι του πατέρα του. Για την οικονομία σαν να ήταν η αυλή του φτωχού Λαζάρου.

Σε μια συνάντηση με νέους, κάποιος τον ρώτησε:

«Πάπα Φραγκίσκε, τι σημαίνει να είναι κανείς αληθινός χριστιανός σήμερα;»

Χωρίς πολλή σκέψη, απάντησε:

«Σημαίνει να αγαπάς χωρίς να φοβάσαι μη τυχόν λερωθείς.»

Με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο αγκαλιάστηκαν σαν παλιοί φίλοι. Στους Αγίους Τόπους περπάτησαν πλάι-πλάι, χωρίς προγραμματισμένες χειρονομίες, μ’ εκείνη την απλότητα που μαρτυρεί το αληθινό άνοιγμα της καρδιάς. Σε κάθε λέξη, σε κάθε σιωπή, διαφαινόταν το βάρος ενός οράματος: η ενότητα που δεν θα χτιζόταν πάνω σε κοινές θεολογικές δηλώσεις, αλλά θα αναδεικνυόταν μέσα από το μυστήριο της συνάντησης και της συγκατάβασης. Δεν ήταν τυχαίο ότι επανειλημμένα επεσήμανε την ανάγκη για έναν κοινό εορτασμό του Πάσχα, ως σημείο ορατής μαρτυρίας της ενότητας που όλοι προσδοκούν.

Για τον Φραγκίσκο, η Ορθοδοξία δεν ήταν ένας ακόμα συνομιλητής στο πεδίο των θεολογικών διαλόγων· ήταν μια ζωντανή μνήμη της Εκκλησίας, ένας χώρος όπου η Θεία Λειτουργία, η αναμονή της Βασιλείας και η χαρμολύπη του κόσμου συναντώνται αδιάσπαστα. Γι’ αυτό και δεν δίστασε να εκφράσει δημόσια τον βαθύ σεβασμό του προς τους φορείς αυτής της μαρτυρίας. Όταν αναφέρθηκε στον μακαριστό Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα ως τον «σπουδαιότερο εν ζωή θεολόγο», δεν μιλούσε μόνο θεσμικά. Αναγνώριζε σ’ αυτόν μια ζωντανή μαρτυρία της αλήθειας ότι η Εκκλησία ζει ως εσχατολογική σύναξη· ως κοινότητα που προγεύεται την ενότητα και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος.

Για τον Φραγκίσκο, αυτή η σχέση με την Ορθόδοξη Ανατολή υπήρξε κάτι περισσότερο από διπλωματία· υπήρξε διαρκής υπόμνηση της δικής του ανάγκης να μένει πιστός στη δωρεά της συνύπαρξης και της χάριτος.

Για τον Φραγκίσκο, η Ορθοδοξία δεν ήταν ένας ακόμα συνομιλητής στο πεδίο των θεολογικών διαλόγων· ήταν μια ζωντανή μνήμη της Εκκλησίας, ένας χώρος όπου η Θεία Λειτουργία, η αναμονή της Βασιλείας και η χαρμολύπη του κόσμου συναντώνται αδιάσπαστα. Γι’ αυτό και δεν δίστασε να εκφράσει δημόσια τον βαθύ σεβασμό του προς τους φορείς αυτής της μαρτυρίας.

Στα μεγάλα τραύματα της Εκκλησίας –ιδίως στα σκάνδαλα κακοποίησης– ο Φραγκίσκος δεν στάθηκε ως διαχειριστής της αυθεντίας και υπερασπιστής του κύρους της Εκκλησίας. Στάθηκε ως μαθητής που ζητά συγχώρεση. Οι συγκλονιστικές του συναντήσεις με θύματα, οι δημόσιες ομολογίες των αδυναμιών της Εκκλησίας, δεν ήταν επικοινωνιακές κινήσεις, αλλά πράξεις βαθιάς ταπείνωσης. Η Εκκλησία, έλεγε, σώζεται μόνο όταν αφήνεται να θεραπευτεί.

Αυτό που έκανε τον Φραγκίσκο πραγματικά επικίνδυνο στα μάτια των συστημάτων εξουσίας, εντός και εκτός Εκκλησίας, ήταν ότι δεν διατύπωνε μια καινούργια δογματική διδασκαλία, αλλά εξέφραζε έναν νέο τρόπο να είναι κανείς πιστός. Προέτρεπε την Εκκλησία να μην είναι μουσείο άριστα διατυπωμένων αληθειών, αλλά κοινότητα τραυματισμένων που περπατούν μαζί, έστω και κουτσαίνοντας.

Ο Πάπας Φραγκίσκος δεν ολοκλήρωσε ποτέ μια συνολική «μεταρρύθμιση» με θεσμικούς όρους. Δεν ξερίζωσε όλα τα δίκτυα εξουσίας. Δεν επούλωσε όλες τις πληγές. Αλλά έκανε κάτι ίσως πιο ουσιώδες· υπενθύμισε ότι το Ευαγγέλιο δεν είναι ανώδυνη παρακαταθήκη, αλλά μια διαρκής πρόκληση να μαρτυρείς τον Χριστό σ’ έναν κόσμο που δύσκολα αντέχει να Τον αναγνωρίσει.

Ο Φραγκίσκος, με την αργή, πεισματική του πορεία, υπενθύμισε ότι η ελπίδα δεν κατοικεί στις νίκες, αλλά στην ανοιχτή πληγή που τολμά να αγαπά. Και γι’ αυτό, το πέρασμά του από την ιστορία δεν θα μετρηθεί με κριτήρια επιτυχίας, αλλά με τη ανάμνηση μιας αδύναμης, αλλά αληθινής μαρτυρίας.

Νίκος Κουρεμένος

Ο Νίκος Κουρεμένος έχει σπουδάσει Θεολογία στο Τμήμα Θεολογίας του ΕΚΠΑ, όπου και έχει ειδικευτεί σε επίπεδο Master στην Εκκλησιαστική Ιστορία. Είναι Διδάκτορας Ανατολικών Εκκλησιαστικών Σπουδών από το Ποντιφικό Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών της Ρώμης. Επιπλέον, έχει εργαστεί ως μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Hebrew University of Jerusalem (HUJ) στο Ισραήλ, στο Κέντρο Έρευνας Ανθρωπιστικών Επιστημών (ΚΕΑΕ) της Αθήνας και στη Fondazione per le scienze religiose (FSCIRE) στη Μπολόνια της Ιταλίας. Είναι ερευνητικός εταίρος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου και εργάζεται στην Επικοινωνιακή και Μορφωτική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Το ιστολόγιο «πολυμερώς και πολυτρόπως» προάγει τον διάλογο και τη συζήτηση για θέματα που σχετίζονται με την Ορθόδοξη θεολογία και παράδοση, με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, καθώς επίσης και με ζητήματα διαθρησκειακού διαλόγου. Οι απόψεις που εκφράζονται από τους συγγραφείς των επιμέρους άρθρων δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

Προηγούμενο άρθρο

Διαδρομές και περιπλανήσεις ως την “Άγια Αναστασά” του Παπαδιαμάντη

ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΤΕ