Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΩΣ Η ΠΡΟΦΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Προσφώνηση του Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου προς την ΑΘΠ τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο

Παναγιώτατε πάτερ και δέσποτα,

Με αισθήματα βαθυτάτου σεβασμού, τιμής και ανυπόκριτης χαράς, Σας υποδεχόμαστε στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου. Η Ακαδημία μας θεωρεί ύψιστη τιμή τη συμμετοχή Σας στην έκτακτη αυτή συνεδρία, κατά την οποία θα έχει το προνόμιο να μοιραστεί μαζί Σας σκέψεις και προβληματισμούς, προτάσεις και ιδέες για την πορεία της Ορθόδοξης θεολογίας στον σημερινό κόσμο, έναν κόσμο που ορίζεται όχι μόνο από τον κοσμοπολιτισμό των αξιών, αλλά και την εσωστρέφεια, τη ρευστότητα και τη γεωπολιτική αστάθεια. Χαιρόμαστε που μας δίνεται η δυνατότητα να Σας ξεναγήσουμε στους χώρους της Ακαδημίας μας και να ενημερώσουμε τόσο Εσάς προσωπικά όσο και τα μέλη της τιμίας συνοδείας Σας για τις μέχρι τούδε δράσεις της Ακαδημίας και το επιτελεσθέν έργο της, αλλά και να λάβουμε την ευλογία Σας για τους οραματισμούς και τις σχεδιαζόμενες πρωτοβουλίες μας.

Όπως ήδη γνωρίζετε, Παναγιώτατε, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, που ιδρύθηκε το έτος 2000 χάρη στην έμπνευση, το όραμα και τη γενναιοδωρία του Σεβ. Αγίου Δημητριάδος και που από το 2014 έχει το καθεστώς του αναγνωρισμένου από την Πολιτεία Ερευνητικού Κέντρου, λειτουργεί ως ένα ανοιχτό εργαστήρι σκέψης και διαλόγου της Εκκλησίας με τη διανόηση και την κοινωνία, οργανώνοντας ετήσιους θεματικούς κύκλους σπουδών, διεθνή σεμινάρια, συνέδρια και εκδόσεις και συνεργαζόμενη προς τούτο με ποικίλους ακαδημαϊκούς και επιστημονικούς φορείς, οικουμενικούς και διαθρησκειακούς οργανισμούς, φορείς της κοινωνίας των πολιτών, εκδοτικούς οίκους και επιστημονικά περιοδικά, καθιστώντας έτσι τον Βόλο και τη Μητρόπολη Δημητριάδος τόπο συνάντησης και διαλόγου.

Η Ακαδημία έχει καταστεί ευρύτατα γνωστή λόγω κυρίως της σύγχρονης θεματολογίας της, και της προσπάθειας που εδώ και χρόνια καταβάλλει για την κριτική συζήτηση της σχέσης Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας, Ορθοδοξίας και μοντέρνου/μεταμοντέρνου κόσμου, Ορθοδοξίας και εθνικισμού, Ορθοδοξίας και πολιτικής, Ορθοδοξίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς και για την εν γένει συζήτηση για τη σχέση Ορθοδοξίας και δημοκρατίας, κράτους και Εκκλησίας, Ορθοδοξίας και επιστήμης, θεολογίας και μοντέρνας λογοτεχνίας, ή ακόμη για τη συζήτηση για θέματα φύλου και τη θέση της γυναίκας στην Εκκλησία, για την ανανέωση του Μαθήματος των Θρησκευτικών, για τη συμμετοχή των Ορθοδόξων στην οικουμενική κίνηση και τους διαθρησκειακούς διαλόγους, με άλλα λόγια για την ειλικρινή αναμέτρηση με όψεις της Ορθόδοξης παράδοσης, μακριά από κάθε ανιστορική ή μυθοποιητική προσέγγιση.

Ωστόσο, όλα αυτά τα χρόνια, πλάι στην ανάδειξη μιας μοντέρνας θεματολογίας, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών δεν παραμέλησε την κλασική ατζέντα και μάλιστα τα θέματα που συνδέονται με τις βιβλικές και πατερικές σπουδές, διοργανώνοντας συνέδρια για την κριτική του κειμένου και την ερμηνευτική της Καινής Διαθήκης ή ακόμη, όπως την πενταετία 2013-2017, διοργανώνοντας τις ετήσιες διαλέξεις πατερικής θεολογίας και τα πατρολογικά σεμινάρια χάρη στην υποστήριξη του Ιδρύματος Virginia Farah, ή πιο πρόσφατα με τη διοργάνωση του διεθνούς συνεδρίου με θέμα «Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Διεπιστημονικές προσεγγίσεις στη θεολογία του φωτός και της χάριτος», που πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της συμπληρώσεως χιλίων χρόνων από την εκδημία του Αγίου (1022-2022), για να τιμηθεί η προσωπικότητα, η θεολογική σκέψη και η συμβολή του στην Ορθόδοξη πνευματικότητα. Η Ακαδημία μας ασχολήθηκε επίσης με θέματα λατρείας και εκκλησιαστικής τέχνης, με τη μελέτη των βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων στα όρια της Μητροπόλεως Δημητριάδος αλλά και στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο, με τη θέση των κανόνων της Εκκλησίας στη σύγχρονη εποχή, με σημαντικές θεολογικές προσωπικότητες της ελληνόφωνης Ορθοδοξίας και την εν γένει κριτική μελέτη και αξιολόγηση της ιστορίας της σύγχρονης ορθόδοξης θεολογίας, ιδιαίτερα του 20ου αιώνα, και με πολλά άλλα θέματα στα οποία ο χρόνος δεν επιτρέπει να αναφερθούμε.

Καρπός της παραπάνω προσπάθειας είναι η έκδοση και κυκλοφορία από μεγάλους εκδοτικούς οίκους και πιο πρόσφατα από την «Εκδοτική Δημητριάδος», το εκδοτικό τμήμα της Ακαδημίας μας, των πρακτικών των συνεδρίων, των σεμιναρίων και των τραπεζών λόγου που διοργανώνουμε, ενώ παράλληλα η Ακαδημία, σε συνεργασία με φορείς του εξωτερικού, ξεκίνησε ένα πρόγραμμα μεταφράσεων των εκδόσεών της πρωτίστως στα αγγλικά, αλλά και στα γαλλικά, τα ρουμανικά και τα σερβικά.

Έτσι με τις μικρές της δυνάμεις, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών συνέβαλε κατά το δυνατόν στην ανανέωση του θεολογικού λόγου και της θεολογικής σκέψης τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρύτερο ορθόδοξο χώρο. Επανέφερε στο επίκεντρο της θεολογικής συζήτησης την εσχατολογική ταυτότητα της Εκκλησίας· επιχείρησε, για πρώτη μάλλον φορά στον ορθόδοξο κόσμο, το συστηματικό διάλογο Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας, κρίνοντας μάλιστα την τελευταία όχι με τα κριτήρια της πρωτολογίας, αλλά υπό το φως μιας εσχατολογικά προσανατολισμένης θεολογίας· η ίδια θεολογική προοπτική ενέπνευσε και την απόπειρά της να συζητήσει ζητήματα ανανέωσης και μεταρρύθμισης στην Ορθοδοξία· καταπιάστηκε επίσης με θέματα φύλου και πολιτικής θεολογίας, ξαναθυμίζοντας τον βαθύτατα χριστολογικό, και όχι εκκοσμικευμένο ή απλώς κοινωνικό, χαρακτήρα αυτών των στρατεύσεων· επισήμανε τις παγίδες της ανιστορικής προσέγγισης της Παράδοσης και των Πατέρων και έθεσε το ερώτημα της συναφειακής ανάγνωσής τους· επιχείρησε μια συστηματική κριτική τόσο του εκκλησιαστικού εθνικισμού όσο και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού…

Όλα αυτά τα έτη η Ακαδημία –ένας φορέας εκκλησιαστικός και θεολογικός τελώντας υπό την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου– λειτούργησε κριτικά και διαλογικά τόσο προς την θύραθεν κοσμική διανόηση, όσο και προς την θεσμική Εκκλησία και την ακαδημαϊκή θεολογία, ακολουθώντας στο σημείο αυτό τη θεολογική σκέψη του Κωνσταντίνου Δεληκωσταντή, Ομότιμου Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και νυν Διευθυντή του Α΄ Πατριαρχικού Γραφείου Σας, Παναγιώτατε, ο οποίος προσφυώς υποστηρίζει εν σχέσει προς την ακαδημαϊκή θεολογία ότι: «Αν […] το έργο του θεολόγου έχει τη σφραγίδα της Εκκλησίας του, αυτό δεν σημαίνει ότι υπηρετεί τη συγκεκριμένη εκκλησιαστική κοινότητα άκριτα. Η πανεπιστημιακή θεολογία δεν είναι ούτε κήρυγμα ούτε θρησκευτική προπαγάνδα. Είναι τελείως παράλογο, η θεολογία από τη μια να θέλει να είναι επιστημονική και από την άλλη να κλείνεται στον εαυτό της, να αναπαράγει την ίδια της την παράδοση. Είναι “κριτικός συνομιλητής” της Εκκλησίας. Η θεολογία είναι κριτική θεωρία του Χριστιανισμού τόσο στην ορθόδοξη, όσο και στη ρωμαιοκαθολική και στην προτεσταντική εκδοχή του». Σε αυτή τη γραμμή στοιχούμενη, η Ακαδημία μας προσπάθησε να καλλιεργήσει τον κριτικό θεολογικό λόγο και την προφητική μαρτυρία. Η κριτική, όμως, και προφητική της λειτουργία δεν έγινε πάντα κατανοητή, πολλές φορές δυστυχώς παρερμηνεύθηκε και συκοφαντήθηκε. Είναι πιθανόν στην πορεία μας να έγιναν λάθη ή και παραλείψεις. Η Ακαδημία, όμως, ανοίχτηκε στην κοινωνία των πολιτών και των προβληματιζόμενων πιστών, επιζήτησε το διάλογο και την επικοινωνία μαζί τους, ελπίζοντας αφενός να ξεπεράσει η θεολογία την αποξένωσή της από το εκκλησιαστικό σώμα, και αφετέρου να βγει η θεολογία από την ιδιότυπη περιχαράκωση που συχνά τη χαρακτηρίζει, από την αδυναμία διαλόγου με τη διανόηση και το σύγχρονο κόσμο.

Έτσι με τις μικρές της δυνάμεις, η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών συνέβαλε κατά το δυνατόν στην ανανέωση του θεολογικού λόγου και της θεολογικής σκέψης τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρύτερο ορθόδοξο χώρο. Επανέφερε στο επίκεντρο της θεολογικής συζήτησης την εσχατολογική ταυτότητα της Εκκλησίας· επιχείρησε, για πρώτη μάλλον φορά στον ορθόδοξο κόσμο, το συστηματικό διάλογο Ορθοδοξίας και νεωτερικότητας, κρίνοντας μάλιστα την τελευταία όχι με τα κριτήρια της πρωτολογίας, αλλά υπό το φως μιας εσχατολογικά προσανατολισμένης θεολογίας· η ίδια θεολογική προοπτική ενέπνευσε και την απόπειρά της να συζητήσει ζητήματα ανανέωσης και μεταρρύθμισης στην Ορθοδοξία· καταπιάστηκε επίσης με θέματα φύλου και πολιτικής θεολογίας, ξαναθυμίζοντας τον βαθύτατα χριστολογικό, και όχι εκκοσμικευμένο ή απλώς κοινωνικό, χαρακτήρα αυτών των στρατεύσεων· επισήμανε τις παγίδες της ανιστορικής προσέγγισης της Παράδοσης και των Πατέρων και έθεσε το ερώτημα της συναφειακής ανάγνωσής τους· επιχείρησε μια συστηματική κριτική τόσο του εκκλησιαστικού εθνικισμού όσο και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, φωτίζοντας θεολογικά τα αδιέξοδα τους· αποπειράθηκε μια κριτική αναμέτρηση με τη σημαντική για τα ελληνικά δεδομένα θεολογική γενιά του ’60· κατέδειξε τα αδιέξοδα του αντιδυτικισμού, ενώ επιχείρησε μια νέα, νηφάλια προσέγγιση της σχέσης Ορθοδοξίας και Διαφωτισμού· ξεκίνησε το διάλογο με το Ισλάμ, όπως και με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, γινόμενη μάλιστα συχνά στόχος των εν Ελλάδι ακραίων ζηλωτικών και φονταμενταλιστικών ομάδων που αρνούνται το διάλογο με το σύγχρονο κόσμο και που έχουν για όραμά τους μια εσωστρεφή, πολιορκημένη και διαρκώς αμυνόμενη Ορθοδοξία, που ούτε στα κείμενα ούτε στην Παράδοση ούτε στη σημερινή πράξη της ανά την οικουμένη Ορθοδοξίας βρίσκει ερείσματα.

Σε αυτή τη γραμμή στοιχούμενη, η Ακαδημία μας προσπάθησε να καλλιεργήσει τον κριτικό θεολογικό λόγο και την προφητική μαρτυρία. Η κριτική, όμως, και προφητική της λειτουργία δεν έγινε πάντα κατανοητή, πολλές φορές δυστυχώς παρερμηνεύθηκε και συκοφαντήθηκε. Είναι πιθανόν στην πορεία μας να έγιναν λάθη ή και παραλείψεις. Η Ακαδημία, όμως, ανοίχτηκε στην κοινωνία των πολιτών και των προβληματιζόμενων πιστών, επιζήτησε το διάλογο και την επικοινωνία μαζί τους, ελπίζοντας αφενός να ξεπεράσει η θεολογία την αποξένωσή της από το εκκλησιαστικό σώμα, και αφετέρου να βγει η θεολογία από την ιδιότυπη περιχαράκωση που συχνά τη χαρακτηρίζει, από την αδυναμία διαλόγου με τη διανόηση και το σύγχρονο κόσμο.

Εμπνεόμενη από το δικό Σας υπόδειγμα, Παναγιώτατε, η Ακαδημία επιδίωξε και πέτυχε τη συνεργασία με δεκάδες φορείς εντός και εκτός Ελλάδος, ενώ από το ακαδημαϊκό έτος 2009-10, ξεκίνησε τη διοργάνωση συνεδρίων και εκδηλώσεων και έξω από τον ελλαδικό χώρο (Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία, Φινλανδία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Σερβία, κλπ), δίνοντας έτσι μαρτυρία για το σφρίγος και τον ανανεωμένο δυναμισμό της ελληνόφωνης θεολογίας. Χαιρόμαστε και νιώθουμε ιδιαίτερη τιμή και ευλογία, Παναγιώτατε, καθώς η σημερινή παρουσία Σας στην έδρα της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών στον Βόλο δείχνει πως εκτιμάτε το έργο και την προσφορά της, πως έχετε την ευαισθησία να αντιλαμβάνεστε την αναγκαιότητα ενός λόγου θεολογικού ριζωμένου στην παράδοση, αλλά και ανανεωμένου και ανοιχτού στις προκλήσεις των καιρών.

Ο χρόνος δεν θα αρκούσε αν θα θέλαμε να αναφερθούμε, έστω και συνοπτικά, σε όλες τις δράσεις της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, όπως για παράδειγμα στη συμμετοχή της στην Παγκόσμια Έδρα Βιοηθικής της Unesco δια του Επιστημονικού της Συνεργάτη π. Φιλοθέου Μαρούδα, ή στο Δίκτυο NELCEE για την Οικουμενική Θεολογική Εκπαίδευση στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη αλλά και στα προγράμματα Οικο-θεολογίας και «Πράσινης Ενορίας» που με επιτυχία συντονίζει ο Αναπληρωτής Διευθυντής της Ακαδημίας Νικόλαος Ασπρούλης (το πρόγραμμα της «Πράσινης Ενορίας» από κοινού με τον π. Αμφιλόχιο Μήλτο, Προϊστάμενο της Ενορίας Ευαγγελιστρίας Νέας Ιωνίας, Επιστημονικό Συνεργάτη της Ακαδημίας, Μέλος της Διεθνούς Μικτής Επιτροπής Θεολογικού Διαλόγου Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας), και που εντός του Ιουλίου θα προχωρήσει στη διοργάνωση θερινού πανεπιστημίου στον Βόλο με θέμα την εκκλησιαστική και θεολογική συμβολή στο πρόβλημα της κλιματικής κρίσης· ή ακόμη, αν θα θέλαμε να αναφερθούμε σε όλα τα δίκτυα ή τα προγράμματα στα οποία η Ακαδημία συμμετέχει, όπως στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία Θρησκευτικών Επιστημών, στο δίκτυο υποδομών για τις θρησκευτικές σπουδές Resilience, στο δίκτυο των εννέα ανά τον κόσμο συνεργαζόμενων Ορθόδοξων θεολογικών ιδρυμάτων, το οποίο έχει την τιμή να συντονίζει η Ακαδημία. Περαίνοντες, όμως, τον απολογισμό των έργων και της δράσης της Ακαδημίας μας, επιτρέψτε μας, να σταθούμε σε τρία πολύ σημαντικά ορόσημα, εξόχως σημαντικά όχι μόνο για την Ακαδημία του Βόλου αλλά και για την ανά την οικουμένη Ορθοδοξία, καθώς και για την πανορθόδοξη διακονία της πρωτόθρονης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως:

α) Τη διοργάνωση ήδη από τον Ιούλιο του 2019, αμέσως δηλαδή μετά τη χορήγηση αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, θερινών σεμιναρίων για την επιμόρφωση Ουκρανών κληρικών και λαϊκών θεολόγων, με σκοπό την υποστήριξη της θεολογικής εκπαίδευσης στη νεοπαγή Ορθόδοξη Εκκλησία της μεγάλης αυτής χώρας και τη διάνοιξη των πνευματικών και θεολογικών οριζόντων των επιμορφούμενων. Το πρώτο αυτό θερινό σεμινάριο, όπως θα ενθυμείστε Παναγιώτατε, ολοκληρώθηκε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης και στην έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Φανάρι, όπου οι επιμορφούμενοι είχαν την ευκαιρία να συνομιλήσουν μαζί Σας και να λάβουν την ευλογία Σας. Ύστερα από την αποκλειστικά διαδικτυακή, λόγω κορωνοϊού, πραγματοποίηση των θερινών σεμιναρίων τον Ιούλιο του 2021 και 2022, η φετινή τέταρτη έκδοση του θερινού σεμιναρίου θα λάβει χώρα με φυσική παρουσία από 2 έως 13 Ιουλίου 2023 στον Βόλο, ενώ σε αυτό θα διδάξουν κορυφαίοι Ορθόδοξοι θεολόγοι από όλο τον κόσμο.

β) Η «Διακήρυξη των Ορθοδόξων Θεολόγων για τον Ρωσικό Κόσμο», που με σαφήνεια και χωρίς υπεκφυγές και αμφιλεγόμενες διατυπώσεις στράφηκε ενάντια στον πόλεμο και την εισβολή, στην υποταγή της Εκκλησίας στο κράτος και στην εργαλειοποίηση της χριστιανικής πίστης για πολιτικούς ή εθνικούς σκοπούς, στην ιεροποίηση της φυλής και του έθνους, στον στιγματισμό μειονοτικών κοινωνικών ομάδων, στη διαίρεση των ανθρώπων και των εθνών σε καλούς και κακούς, ανώτερους και κατώτερους, ξαναθυμίζοντας την απόλυτη προτεραιότητα των θεολογικών και εκκλησιολογικών κριτηρίων έναντι εθνικών, πολιτισμικών ή πολιτικών στόχων και προτεραιοτήτων. Η «Διακήρυξη», στην προετοιμασία και τη δημοσιοποίηση της οποίας η Ακαδημία μας και ο ομιλών είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο, στρέφεται ενάντια στην επεκτατική και νεοαποκιοκρατική πολιτικο-θρησκευτική εθνο-φυλετική ιδεολογία και τον πολιτισμικό εθνικισμό που από κοινού διέδωσαν το ρωσικό κράτος και η Ρωσική Εκκλησία. Κυκλοφόρησε όχι τυχαία την Κυριακή της Ορθοδοξίας 13 Μαρτίου 2022. Πολύ γρήγορα η «Διακήρυξη» έγινε παγκόσμιο γεγονός και έλαβε τεράστια δημοσιότητα, κινητοποιώντας αυθόρμητα εκατοντάδες Ορθόδοξους χριστιανούς σε όλο τον κόσμο. Μέχρι στιγμής, η «Διακήρυξη» έχει προβληθεί περισσότερες από 600.000 φορές σε διάφορους ιστότοπους και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ έχει κυκλοφορήσει σε 23 γλώσσες (αγγλικά, ρωσικά, ουκρανικά, ελληνικά, γαλλικά, ιταλικά, ρουμανικά, σερβικά, βουλγαρικά, γεωργιανά, αραβικά, ολλανδικά, γερμανικά, φινλανδικά, κροατικά, εσθονικά, ουγγρικά, ιαπωνικά, πολωνικά, κινεζικά, ισπανικά, πορτογαλικά, λεττονικά). Η «Διακήρυξη» έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 1.500 υπογραφές από όλο τον κόσμο από πρόσωπα και προσωπικότητες του εκκλησιαστικού, θεολογικού ή ευρύτερου ακαδημαϊκού χώρου (συμπεριλαμβανομένων και Ρώσων πολιτών), ενώ κατάφερε να εκφράσει «οικουμενικές χριστιανικές αξίες» και υπογράφηκε εντέλει όχι μόνο από Ορθόδοξους αλλά και από χριστιανούς άλλων παραδόσεων, καθώς οι τελευταίοι αναγνώρισαν ότι περιείχε οικουμενικές και διαχρονικές χριστιανικές αλήθειες. Αξιοσημείωτος υπήρξε επίσης και ο αντίκτυπος της «Διακήρυξης» στο θεσμικό επίπεδο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, καταρχήν στην ίδια την Ουκρανία και στη συνέχεια στις Εκκλησίες της Φιλανδίας, της Αλεξάνδρειας αλλά και στο ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

γ) Η φιλοξενία στην Ακαδημία μας, από τις 10 έως τις 15 Ιανουαρίου2023,του Δευτέρου Μεγάλου Συνεδρίου της Διεθνούς Ορθόδοξης Θεολογικής Ένωσης (IOTA). Το συνέδριο τελούσε υπό την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου και συγκέντρωσε 400 συνέδρους από 44 χώρες και από τις πέντε ηπείρους. Το θέμα του συνεδρίου ήταν «Ιεραποστολή και Ορθόδοξη Εκκλησία», ενώ κεντρικός ομιλητής του ήταν ο Σεβ. Μητροπολίτης Κορέας κ. Αμβρόσιος ο οποίος μίλησε για τον εθνοφυλετισμό ως εμπόδιο για την ιεραποστολή και την πανορθόδοξη ενότητα. Το συνέδριο της ΙΟΤΑ συγκέντρωσε μεγάλη ποικιλία Ορθοδόξων λογίων και ερευνητών παγκοσμίως, κληρικών αλλά και λαϊκών που εκπροσωπούσαν εκφάνσεις της παγκόσμιας Ορθοδοξίας, εκπληρώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα αίτημα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Κρήτη 2016) για τη δημιουργία μιας μόνιμης βάσης διαλόγου και συνεργασίας εντός του Ορθόδοξου ακαδημαϊκού κόσμου.

Το κοινό νήμα που συνδέει όλα τα παραπάνω είναι η προτεραιότητα και κεντρικότητα της θεολογίας ως της προφητικής και κριτικής φωνής της Εκκλησίας. Η θεολογία, όσο και αν φαντάζει στις μέρες μας περιθωριοποιημένη, με τη διακριτική παρουσία και μαρτυρία της, είναι το μόνο όπλο που έχει να αντιτάξει η Εκκλησία απέναντι στην επίδειξη δύναμης και στην κατανόηση του εκκλησιαστικού γεγονότος με όρους μεγαλείου και εξουσίας, απέναντι στην αυθάδεια και τον κομπασμό της κατά κόσμον μεγαλύτερης, πολυπληθέστερης και ισχυρότερης Ορθόδοξης Εκκλησίας, αυτής που διαχρονικά ταυτίστηκε με τον Καίσαρα και που εσχάτως βάλθηκε να δικαιολογήσει θεολογικά τις θεωρίες του «ιερού πολέμου» ή να κατατάξει μεταξύ των αγίων και των μαρτύρων της πίστης όσους στρατιώτες πέφτουν στην μάχη εναντίον του αμυνόμενου ουκρανικού έθνους. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι σε αυτή την Εκκλησία, όπως και στους εκκλησιαστικούς συμμάχους και δορυφόρους της, διώκεται πλέον συστηματικά η ελεύθερη έκφραση της θεολογίας, όπως δυστυχώς δεν ήταν καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ήδη την ελπιδοφόρα δεκαετία του 1990, καίγονταν στους δρόμους της Μόσχας αλλά και αλλού στη Ρωσία τα βιβλία κορυφαίων θεολόγων της Ρωσικής διασποράς.

Υπό το πρίσμα των ανωτέρω και μάλιστα της προτεραιότητας και κεντρικότητας της θεολογίας, και με την ευλογία του Ποιμενάρχου μας, Μητροπολίτου Δημητριάδος και Αλμυρού κ.κ.Ιγνατίου, έχουμε την τιμή και την χαρά εκ μέρους του Δ.Σ. της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών και των επιστημονικών της συνεργατών, να υποβάλουμε στην Υμετέρα Παναγιότητα σειρά προτάσεων και δράσεων θεολογικού περιεχομένου για τις οποίες ευσεβάστως ζητείται η ευλογία, έγκριση και υποστήριξη της Μητρός Εκκλησίας.

Το κοινό νήμα που συνδέει όλα τα παραπάνω είναι η προτεραιότητα και κεντρικότητα της θεολογίας ως της προφητικής και κριτικής φωνής της Εκκλησίας. Η θεολογία, όσο και αν φαντάζει στις μέρες μας περιθωριοποιημένη, με τη διακριτική παρουσία και μαρτυρία της, είναι το μόνο όπλο που έχει να αντιτάξει η Εκκλησία απέναντι στην επίδειξη δύναμης και στην κατανόηση του εκκλησιαστικού γεγονότος με όρους μεγαλείου και εξουσίας, απέναντι στην αυθάδεια και τον κομπασμό της κατά κόσμον μεγαλύτερης, πολυπληθέστερης και ισχυρότερης Ορθόδοξης Εκκλησίας, αυτής που διαχρονικά ταυτίστηκε με τον Καίσαρα και που εσχάτως βάλθηκε να δικαιολογήσει θεολογικά τις θεωρίες του «ιερού πολέμου» ή να κατατάξει μεταξύ των αγίων και των μαρτύρων της πίστης όσους στρατιώτες πέφτουν στην μάχη εναντίον του αμυνόμενου ουκρανικού έθνους.

Οι προτεινόμενες δράσεις και προτάσεις, Παναγιώτατε, τις οποίες έχουμε την τιμή και την εξουσιοδότηση να Σας παραδώσουμε, είναι καρπός αφ᾽ ενός της αγάπης, αφοσιώσεως και πιστότητος των μελών του Δ.Σ. και των επιστημονικών συνεργατών της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου προς την πρωτόθρονη Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως και την πανορθόδοξη και οικουμενική της αποστολή και αφ᾽ ετέρου του ενδιαφέροντος και της αγωνίας τους για το παρόν και το μέλλον της Ορθόδοξης θεολογίας στον ταχύτατα μεταβαλλόμενο και εξελισσόμενο κόσμο μας. Οι εξελίξεις αυτές, όπως καλώς γνωρίζετε Παναγιώτατε, δεν επιτρέπουν την πολυτέλεια των δικαιοδοσιακών διαχωρισμών και αποκλεισμών. Η Ακαδημία του Βόλου πάντοτε είχε στραμμένο το βλέμμα της στο σεπτό Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως τούτο καταφαίνεται, μεταξύ άλλων, και από τις εις αυτό επισκέψεις της, την πρόσκληση στα συνέδρια και σεμινάριά της διακεκριμένων ιεραρχών του θρόνου, τις τιμητικές εκδηλώσεις προς εξέχουσες φυσιογνωμίες του Πατριαρχείου (μακαριστοί μητροπολίτες Περγάμου Ιωάννης και Διοκλείας Κάλλιστος), την (θεολογικώ) λόγω και έργω υποστήριξη της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας, κ.ά.

Όπως σημείωνε ο κορυφαίος ορθόδοξος θεολόγος των ημερών μας, Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας «Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ζεῖ μὲ τὸ διάλογο, γιατί αὐτὴ εἶναι ἡ φύση του. Καὶ ἑπομένως τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ Ἀκαδημία μοιράζονται τὸ κοινὸ αὐτὸ ἔδαφος τῆς οἰκουμενικότητας, τῆς καθολικότητας καὶ τῆς διαλεγόμενης Ὀρθοδοξίας … Γι’ αὐτό, Παναγιώτατε, θὰ παρακαλοῦσα καὶ ἐγὼ νὰ εὐλογήσετε καὶ νὰ στηρίξετε τὴν προσπάθεια ποὺ γίνεται στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Δημητριάδος καὶ κυρίως στὴν Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν. Νὰ εὐλογήσετε κάθε προσπάθεια ποὺ γίνεται γιὰ νὰ ζωντανέψει ὁ ὀρθόδοξος λόγος καὶ νὰ πάψει νὰ γίνεται ἕνας λόγος τοῦ παρελθόντος. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ νὰ παρακαλέσω τὴν Ἀκαδημία τοῦ Βόλου κι αὐτὴ νὰ θεωρεῖ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ὡς τὴ μητέρα της, τὴν τροφό της, τὴν στοργικὴ αὐτὴ ἀγκαλιὰ στὴν ὁποία μπορεῖ νὰ παραδίδεται χωρὶς καμία ἐπιφύλαξη. Καὶ ἑνώνοντας τὶς δυνάμεις μας θὰ μπορέσουμε νὰ κάνουμε πραγματικότητα αὐτὸ ποὺ προφήτευσε ὁ Ράνσιμαν γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὡς τὴν θρησκεία, τὴν θεολογία τοῦ 21ου αἰῶνος».

Η εγγύτητα πνεύματος και νοοτροπίας μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών εκφράστηκε κατά τον καλύτερο τρόπο με την παρέμβαση του αειμνήστου Μητροπολίτου Γέροντος Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα), κατά την επίσημη υποδοχή της Ακαδημίας στο Φανάρι, τον Ιούλιο του 2011, όταν ο κορυφαίος Ορθόδοξος θεολόγος των ημερών μας απευθυνόμενος προς το σεπτό πρόσωπό Σας σημείωνε χαρακτηριστικά τα εξής:

«… εἶναι πάρα πολὺ σημαντικό ὅτι σὲ μία μητρόπολη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀπὸ τὶς πλέον ἐπιφανεῖς καὶ ἀπὸ αὐτὲς ποὺ ἔχουν καὶ τὴ δυνατότητα νὰ στηρίξουν ἀνάλογες πρωτοβουλίες, ἂρχισε ἕνας σοβαρὸς διάλογος τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς θεολογίας μὲ τον σύγχρονο κόσμο, χάρις σὲ ἕναν ἐπίσκοπο ποὺ ἔχει ἀνοικτὴ σκέψη καὶ ἀνοικτὴ καρδιὰ καὶ ἀντιλαμβάνεται τὴν Ὀρθοδοξία σὰν καθολικὴ Ἐκκλησία καὶ ὄχι σὰν ὁμολογία, ὅπως τὴν ἔχουν καταντήσει ὁρισμένοι κύκλοι. Αὐτὸ τὸ θεωρῶ, Παναγιώτατε, ἱστορικὸ γεγονός. Σίγουρα δὲ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία θὰ τὸ καταγράψει αὐτό. Πιστεύω ὅτι μπορεῖ νὰ πολεμηθεῖ τὸ ἔργο αὐτό τῆς Ἀκαδημίας, ὅπως πολεμοῦνται πολλὰ ἀπὸ τὰ ἔργα ποὺ φέρουν καρποὺς, ἀλλὰ θὰ ἐπιβιώσει. Ἴσως εἶναι τὸ μόνο ποὺ θὰ ἐπιβιώσει. Καὶ γι’ αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικό, καὶ θὰ ἔλεγα πὼς δὲν θὰ μποροῦσε ἴσως νὰ γίνει διαφορετικά, ὅτι ὅλη αὐτὴ ἡ προσπάθεια στρέφεται μὲ ἀγάπη πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ποὺ εἶναι ἡ ἔκφραση τῆς οἰκουμενικότητας, ἡ ἔκφραση τῆς καθολικότητας. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ζεῖ μὲ τὸ διάλογο, γιατί αὐτὴ εἶναι ἡ φύση του. Καὶ ἑπομένως τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ Ἀκαδημία μοιράζονται τὸ κοινὸ αὐτὸ ἔδαφος τῆς οἰκουμενικότητας, τῆς καθολικότητας καὶ τῆς διαλεγόμενης Ὀρθοδοξίας. Καὶ νομίζω πὼς ὁ Θεὸς θὰ εὐλογήσει καὶ θὰ ἐνισχύσει αὐτὲς τὶς προσπάθειες ὥστε νὰ δώσουν καρπούς.

Ὅσα ἔχουν γίνει μέχρι τώρα καὶ ὅσα προγραμματίζονται δείχνουν πόσο σημαντικὸ εἶναι τὸ ἔργο τῆς Ἀκαδημίας ΘεολογικῶνΣπουδῶν. …

Ἐπαναλαμβάνω ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, ἐγὼ τουλάχιστον ἔτσι τὸ ἀντιλαμβάνομαι καὶ ἔτσι τὸ διακονῶ, ἀποτελεῖ τὴν ἔκφραση τῆς καθολικότητας τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλους τους τομεῖς. Γι’ αὐτό, Παναγιώτατε, θὰ παρακαλοῦσα καὶ ἐγὼ νὰ εὐλογήσετε καὶ νὰ στηρίξετε τὴν προσπάθεια ποὺ γίνεται στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Δημητριάδος καὶ κυρίως στὴν Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν. Νὰ εὐλογήσετε κάθε προσπάθεια ποὺ γίνεται γιὰ νὰ ζωντανέψει ὁ ὀρθόδοξος λόγος καὶ νὰ πάψει νὰ γίνεται ἕνας λόγος τοῦ παρελθόντος. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ νὰ παρακαλέσω τὴν Ἀκαδημία τοῦ Βόλου κι αὐτὴ νὰ θεωρεῖ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ὡς τὴ μητέρα της, τὴν τροφό της, τὴν στοργικὴ αὐτὴ ἀγκαλιὰ στὴν ὁποία μπορεῖ νὰ παραδίδεται χωρὶς καμία ἐπιφύλαξη. Καὶ ἑνώνοντας τὶς δυνάμεις μας θὰ μπορέσουμε νὰ κάνουμε πραγματικότητα αὐτὸ ποὺ προφήτευσε ὁ Ράνσιμαν γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὡς τὴν θρησκεία, τὴν θεολογία τοῦ 21ου αἰῶνος».

Παναγιώτατε,

ευελπιστούντες, ότι οι προτάσεις μας θα τύχουν ευμενούς υποδοχής, εξετάσεως και τυχόν περαιτέρω επεξεργασίας, παραμένουμε στη διάθεση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εάν παραστεί ανάγκη διευκρινήσεων και διασαφήσεων, και διαδηλώνουμε την αφοσίωση και ευγνωμοσύνη μας για την εν γένει στήριξη του έργου της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών. Ευχόμενοι υιϊκώς πλουσίαν την άνωθεν ενίσχυση επί την ιεράν Υμών κεφαλήν, εκζητούμε τις ευχές Σας για την συνέχιση της διακονίας μας.

Κατακλείοντες την προσφώνησή μας, επιτρέψτε μας να σας προσφέρουμε εκ μέρους του Δ.Σ. των επιστημονικών συνεργατών και του προσωπικού της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών, εις ανάμνηση της εδώ ευλογητής παρουσίας Σας, ένα μικρό δείγμα των προσφάτων εκδόσεων μας σε διάφορες γλώσσες, καθώς και οίνον εκλεκτόν όστις «ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου»!

Εις πολλά έτη, Παναγιώτατε!


Το παρόν κείμενο αποτελεί την προσφώνηση του Διευθυντή της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, προς την ΑΘΠ τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο κατά τη συνεδρίαση του διευρυμένου Δ.Σ. της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Μελισσάτικα, Βόλος, 24 Ιουνίου 2023.

Φωτογραφία Κωστής Δρυγιανάκης.

Παντελής Καλαϊτζίδης

Ο Παντελής Καλαϊτζίδης, Δρ.Θ., είναι Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Ερευνητικός Εταίρος των Πανεπιστημίων KU Leuven και Münster, Μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της European Academy of Religion.

Το ιστολόγιο «πολυμερώς και πολυτρόπως» προάγει τον διάλογο και τη συζήτηση για θέματα που σχετίζονται με την Ορθόδοξη θεολογία και παράδοση, με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, καθώς επίσης και με ζητήματα διαθρησκειακού διαλόγου. Οι απόψεις που εκφράζονται από τους συγγραφείς των επιμέρους άρθρων δεν εκφράζουν απαραίτητα τις θέσεις της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

«Sower at Sunset»
Προηγούμενο άρθρο

ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΤΟΠΙΟ ΣΤΙΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

"Το Δέντρο της Ζωής", πίνακας του ζωγράφου Gustav Klimt.
Επόμενο άρθρο

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΤΟΥ 2011-2018

ΜΗΝ ΤΟ ΧΑΣΕΤΕ