Η πρωτοφανής επιθετικότητα της Μόσχας
Την ώρα που ο πολιτισμένος κόσμος βρίσκεται σε αναμμένα κάρβουνα εν αναμονή μιας πιθανής στρατιωτικής επέμβασης της Ρωσίας του Πούτιν στην Ουκρανία, ένα διαδοχικό και, μιλώντας τολμηρά, ιμπεριαλιστικό «ντεμαράζ» του Πατριαρχείου Μόσχας –πρωτοφανές σε ολόκληρη την ιστορία της χριστιανικής Εκκλησίας– παρέμεινε δυστυχώς στο παρασκήνιο της δημοσιότητας. Θα ήθελα, ωστόσο, να ρίξω φως στο εν λόγω γεγονός, διότι πραγματικά υπερβαίνει ο,τιδήποτε έχει πράξει μέχρι σήμερα η Ρωσική Εκκλησία.
Αντικανονικές πράξεις του Πατριαρχείου Μόσχας
Η αλήθεια είναι ότι δεν θέλω να υπενθυμίσω τις προηγούμενες αντικανονικές του πράξεις. Ας πούμε για παράδειγμα τον σφετερισμό της Μητρόπολης Κιέβου (Ουκρανία) στις αρχές του 18ου αιώνα από την ελεγχόμενη, υπό του Πέτρου Α΄, Ρωσική Σύνοδο και την επακόλουθη ιδιοποίησή της από τη Ρωσική (Μοσχοβίτικη) Εκκλησία, κατά παράβαση του Γράμματος Εκδόσεως, το οποίο υπογράφηκε μεταξύ του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και της Μόσχας το 1686. Επισημαίνω ότι για το εν λόγω ζήτημα έγραψα πριν τέσσερα χρόνια,[1] όταν η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Μόσχας) αντέδρασε βίαια ενάντια στη διόρθωση της εν λόγω ιστορικής αδικίας, εκ μέρους του Πατριάρχη Βαρθολομαίου – διόρθωση, η οποία εν συνεχεία αναγνωρίστηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και την Εκκλησία της Κύπρου. Δεν θέλω να υπενθυμίσω ούτε τη λεγόμενη «ενσωμάτωση» της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Εκτός Ρωσίας (R.O.C.O.R.) στο Πατριαρχείο Μόσχας, η οποία έλαβε χώρα το 2007 – απολύτως αδικαιολόγητη από κανονική άποψη, δεδομένου ότι η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία Eκτός Ρωσίας ουδέποτε υπήρξε κάποια δεύτερη, διαφορετική Ρωσική Εκκλησία εκτός της κανονικής επικράτειας του Πατριαρχείου Μόσχας, την οποία το τελευταίο θα μπορούσε κάποια στιγμή να «προσαρτήσει». Ήδη απ’ την ίδρυσή της –λίγα χρόνια μετά το πραξικόπημα των Μπολσεβίκων το 1917– η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία Eκτός Ρωσίας αποτελεί απλούστατα το τμήμα εκείνο της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας που, δεδομένων των τραγικών συνθηκών στη χώρα, αναγκάστηκε εγκατασταθεί στο εξωτερικό, δηλαδή εν εξορία σε ξένες εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες και να λειτουργεί με την καλή θέληση και ευλογία των Ορθόδοξων Εκκλησιών στις εν λόγω ελεύθερες χώρες (στην Ευρώπη και τις Η.Π.Α.). Δεν θέλω να αναφέρω εκ νέου επίσης ότι μετά το τέλος του κομμουνισμού, δηλαδή μετά το πέρας της αναγκαστικής παρεπιδημίας του εν λόγω τμήματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας εκτός της κανονικής της επικράτειας, η εν λόγω Εκκλησία θα έπρεπε καθαρά και απλά να πάψει να υφίσταται και ακολούθως, ο κλήρος και οι πιστοί της, οι οποίοι για πολλές γενιές διαμένουν «στο εξωτερικό» να περάσουν στη δικαιοδοσία εκείνων των Ορθόδοξων Εκκλησιών, στην κανονική επικράτεια των οποίων βρίσκονται οι Ρώσοι του «εξωτερικού». Αυτό θα έπρεπε να συμβεί, και όχι κλήρος και λαός με τις δομές τους να «προσαρτηθούν» στο Πατριαρχείο Μόσχας, επεκτείνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη δικαιοδοσία του εν λόγω Πατριαρχείου σε περιοχές ανά τον κόσμο, οι οποίες σαφώς βρίσκονται εκτός της κανονικής εκκλησιαστικής του επικράτειας, όπως αυτή έχει οριστεί από τον Τόμο του 1591. Ας σημειωθεί μόνο ότι έχω αναφερθεί αλλού και αρκετά λεπτομερώς στο εν λόγω ζήτημα.[2]
Aπό τις 29 Δεκεμβρίου του 2021 η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας ανακοίνωσε ανοικτά ότι εισέρχεται σε «ένα νέο στάδιο της ιστορικής της ύπαρξης», πραγματοποιώντας, όπως επεσήμανε σε συνέντευξή του ο νεοδιορισθείς «έξαρχος» στην επικράτεια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, Μητροπολίτης Κλιν Λεωνίδας (Γκορμπατσόφ), αποφασιστικό «ιστορικό βήμα», με το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας απέκτησε «νέο καθεστώς»– δηλαδή, προφανώς το καθεστώς μιας εκκλησίας, που επιτρέπει στον εαυτό της να επεκταθεί σε όλα τα μέρη εκτός Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών άλλων Ορθόδοξων εκκλησιών. Πράγματι, πρόκειται για ένα πρωτοφανές στην ιστορία του Χριστιανισμού (και της Ορθοδοξίας ειδικότερα) «βήμα»
Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας αφού εισέβαλλε σε γειτονικά εδάφη (στην Ουκρανία ήδη από τον 17ο αιώνα, στη Μολδαβία στα τέλη του ίδιου αιώνα),[3] και εν συνεχεία σε άλλα ηπειρωτικά εδάφη, δεν είχε τολμήσει, ωστόσο, έως τώρα να εισβάλλει στην κανονική επικράτεια άλλων Ορθόδοξων Εκκλησιών που εξακολουθούν να είναι ενεργές. Να λοιπόν που το έπραξε και αυτό, με συνοδική απόφαση κατά τα τέλη του προηγούμενου έτους, όταν στις 29 Δεκεμβρίου του 2021, ανακοίνωσε ότι δέχεται «υπό το ωμοφόριο του Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κυρίλλου» 102 κληρικούς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, ιδρύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην κανονική επικράτεια της Εκκλησίας Αλεξανδρείας Εξαρχία του Πατριαρχείου Μόσχας! Συνεπώς ίδρυσε μια παράλληλη ρωσική δικαιοδοσία με αυτήν του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.
Προτρέπω τους αναγνώστες –ειδικά εκείνους που έχουν τουλάχιστον κάποια σχέση με την Εκκλησία, αλλά ίσως δεν μπορούν να αντιληφθούν σε τι συνίσταται το σκάνδαλο μιας τέτοιας πράξης– να συνειδητοποιήσουν ότι είναι ακριβώς το ίδιο αν, για παράδειγμα, αύριο το Πατριαρχείο Μόσχας αποφασίσει να δημιουργήσει το δικό του εκκλησιαστικό «παράρτημα» στο έδαφος της Εκκλησίας μας, της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Βουλγαρίας, δηλαδή να δημιουργήσει στη Βουλγαρία μια παράλληλη, Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία με δικό της έξαρχο, μητροπολίτη ή όπως αλλιώς θέλει να τον αποκαλεί παράλληλα με το Βούλγαρο Πατριάρχη Νεόφυτο και να προσελκύσει στην εν λόγω δεύτερη Εκκλησία της Μόσχας στη Βουλγαρία εκατό, διακόσιους ή όσους κληρικούς και λαϊκούς μπορεί. Θα αποδείξω παρακάτω ότι η αναλογία που κάνω τώρα απέχει πολύ απ’ το να είναι απλώς υποθετική και αφηρημένη, αλλά αντιθέτως εκφράζεται ήδη ανοιχτά από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας ως απειλή, όχι μόνο για την Εκκλησία της Βουλγαρίας, αλλά για όλες τις ενεργές Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Με άλλα λόγια, από τις 29 Δεκεμβρίου του 2021 η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας (Πατριαρχείο Μόσχας) ανακοίνωσε ανοικτά ότι εισέρχεται σε «ένα νέο στάδιο της ιστορικής της ύπαρξης», πραγματοποιώντας, όπως επεσήμανε σε συνέντευξή του ο νεοδιορισθείς «έξαρχος» στην επικράτεια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, Μητροπολίτης Κλιν Λεωνίδας (Γκορμπατσόφ), αποφασιστικό «ιστορικό βήμα», με το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας απέκτησε «νέο καθεστώς» – δηλαδή, προφανώς το καθεστώς μιας εκκλησίας, που επιτρέπει στον εαυτό της να επεκταθεί σε όλα τα μέρη εκτός Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων των εδαφών άλλων Ορθόδοξων εκκλησιών. Πράγματι, πρόκειται για ένα πρωτοφανές στην ιστορία του Χριστιανισμού (και της Ορθοδοξίας ειδικότερα) «βήμα».
Κίνητρα της αντικανονικής εισπήδησης σε ξένη εκκλησιαστική δικαιοδοσία
Είναι πολύ ενδιαφέρον, αναμφίβολα, να αναζητήσει κανείς τα κίνητρα και την αιτιολόγηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας για την υλοποίηση του εν λόγω «ιστορικού βήματος» και μάλιστα στο έδαφος ενός εκ των αρχαιότερων Ορθόδοξων Πατριαρχείων – αυτό της Αλεξάνδρειας, το οποίο παραδοσιακά ποιμαίνει τους Ορθοδόξους σε όλη την Αφρική και, σύμφωνα με την Ιερά Παράδοση, ιδρύθηκε από τον Άγιο Μάρκο τον Ευαγγελιστή. Θα κατανοήσουμε την εν λόγω πράξη απ’ την συνέντευξη που παραχώρησε στις 3 Ιανουαρίου, ο επικεφαλής των «εξωτερικών υποθέσεων» του Πατριαρχείου Μόσχας, Μητροπολίτης Ιλαρίων Αλφέγιεφ.
Στο ερώτημα: «ποιό ήταν το κίνητρο για την απόφαση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας να ιδρύσει εξαρχία στην Αφρική (δηλαδή στο έδαφος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας)», ο επίσκοπος απάντησε: «το γεγονός ότι περισσότερο από εκατό κληρικοί της Αφρικανικής ηπείρου, από οκτώ χώρες, απευθύνθηκαν στον Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κύριλλο με το αίτημα να τους αποδεχθεί υπό το ωμοφόριό της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας». Ασφαλώς, προκύπτει το ερώτημα, γιατί οι εν λόγω οι κληρικοί υπέβαλλαν ένα τέτοιο αίτημα, με το οποίο επιθυμούσαν να εγκαταλείψουν τον πατριάρχη και την εκκλησία τους και να στραφούν όχι σε οποιαδήποτε άλλη εκκλησία, αλλά συγκεκριμένα στη ρωσική. Η αιτία είναι η ακόλουθη, όπως εξηγεί ανοιχτά ο μητροπολίτης Ιλαρίων: «ότι μετά την αναγνώριση του ουκρανικού σχίσματος (δηλαδή μετά την αναγνώριση της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας εκ μέρους του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας αποκαλεί «σχισματική ομάδα» Σ.τ.Σ.), το Πατριαρχείο Μόσχας διέκοψε την κοινωνία με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Και τι να κάναμε, αφού ένα τμήμα του κλήρου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, όπως αποδεικνύεται, διαφωνεί με την εν λόγω πράξη, με τον ίδιο τρόπο που διαφωνούμε κι εμείς, και επιθυμεί να ενωθεί μαζί μας;».
Από τις 29 Δεκεμβρίου του 2021 το Πατριαρχείο Μόσχας προχώρησε σε μια νέα φάση του εκκλησιαστικού του ιμπεριαλισμού. Με την απόφασή του να μετατρέψει σε Ρώσους κληρικούς και λαϊκούς, ανθρώπους που ζουν υπό τη δικαιοδοσία μιας Ορθόδοξης Εκκλησίας ξένης προς τη Μόσχα, άρχισε να δημιουργεί εκδικητικά σχίσματα ανά τον Ορθόδοξο κόσμο και να απειλεί ανοιχτά ότι «από τώρα και στο εξής, κάθε αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία που δεν θα υποστηρίζει το δικό μας (ρωσικό) όραμα για την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, προσχωρώντας σε κοινωνία μαζί της, θα διχοτομηθεί και θα κατακτηθεί –εν μέρει ή όσο το δυνατόν περισσότερο– από εμάς (τους Ρώσους)»…!!!
Καταλαβαίνετε, αγαπητοί αναγνώστες, ποιά είναι επομένως η αιτιολόγηση του «ιστορικού βήματος», που έκανε η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας στις 29 Δεκεμβρίου 2021, με το οποίο «απέκτησε ένα νέο καθεστώς»; Για να το θέσουμε με πιο απλούς όρους: η δικαιολογία είναι η πράξη εκδίκησης, την οποία από δω και στο εξής, υποστηρίζει ότι θα ασκεί πιο ανοιχτά. Αφού, εσείς οι Αλεξανδρινοί, τολμήσατε να αναγνωρίσετε την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο διακόψαμε την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί σας (όπως και προηγουμένως με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, με την Εκκλησία της Ελλάδος και την Εκκλησία της Κύπρου), εμείς, λοιπόν, με τη σειρά μας θα δωροδοκήσουμε τώρα όσους περισσότερους ιερείς σας μπορούμε και θα τους πάρουμε με το μέρος μας, καθιστώντας τους «Εξαρχία» της Μόσχας, στην επικράτεια τη δική σας, του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.
Το γεγονός ότι πρόκειται ακριβώς για δωροδοκία ή έστω παραπλάνηση κληρικών του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας κατέστη σαφές λίγες ημέρες μετά την πανηγυρική απόφαση της Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας, όταν επίσκοπος της Αλεξάνδρειας μας ενημέρωσε, ότι οι εν λόγω 102 κληρικοί ανήκαν πράγματι στην παλαιοημερολογήτικη πτέρυγα της Αλεξανδρινής Εκκλησίας και λόγω προηγουμένων πειθαρχικών παραπτωμάτων είχαν τιμωρηθεί. Αυτοί ακριβώς οι κληρικοί δήλωσαν ότι «διαφωνούν» με τον Πατριάρχη και την Εκκλησία τους, με τον ίδιο τρόπο που η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας και ο Πατριάρχης Κύριλλος βρίσκονται σε αντιπαράθεση με το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας. Πώς άραγε σε μια τέτοια περίπτωση να μη «φτιάξουμε» μαζί τους μια ωραία ρωσική «Εξαρχία», που να διχάζει το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το οποίο έχει έρθει σε ρήξη ήδη με τη Μόσχα εξαιτίας της Ουκρανίας; «Δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε», συνέχισε ο επίσκοπος Ιλαρίων, «στους κληρικούς που κατάλαβαν το σφάλμα του Πατριάρχη τους, να τους δεχτούμε στην Εκκλησία μας», καταλήγοντας με την πολύ σημαντική φράση: «Ακριβώς κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν μπορούμε πλέον να αρνηθούμε την ποιμαντική μας μέριμνα στους ορθόδοξους πιστούς στην Τουρκία (δηλαδή σε αυτούς που είναι το ίδιο «καλοπροαίρετοι», όπως και οι ομόλογοί τους στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας Σ.τ.Σ.), εφόσον ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως έχει ταχθεί υπέρ του σχίσματος». Με λίγα λόγια, ο Μητροπολίτης Ιλαρίων δηλώνει το εξής: προετοιμαστείτε γιατί σύντομα θα έχει ρωσική «Εξαρχία» και στο έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Και γιατί όχι και στο έδαφος της Εκκλησίας της Κύπρου ή της Ελλάδος, οι οποίες, όπως ανέφερα παραπάνω έχουν αναγνωρίσει επίσημα το «ουκρανικό σχίσμα», διότι –κλείνοντας πονηρά το μάτι ο Ιλαρίων– κάποιοι από τους επισκόπους τους έχουν επίσης «διαφωνήσει» με την απόφαση των συνόδων τους και, ως εκ τούτου, στο μέλλον θα μπορούσαν να υποβάλλουν αίτημα «να τεθούν υπό το ωμοφόριο του Πατριάρχη Μόσχας και πάσης Ρωσίας Κυρίλλου». Ας σημειωθεί εδώ, ότι η τελευταία υπόθεση του Μητροπολίτη Ιλαρίωνα είναι πολύ απίθανη, καθώς οι εν λόγω επίσκοποι εξέφρασαν μεν τη διαφωνία τους με την απόφαση των εκκλησιών τους εκείνη την περίοδο, αλλά εφόσον η απόφαση ελήφθη από την πλειοψηφία των συνοδικών ομολόγων τους, υπάκουσαν. Ωστόσο, το έργο της εκδικητικής μανίας, που μπορεί να οδηγήσει στην ίδρυση ρωσικών «Εξαρχιών», ίσως επηρεάσει και τις προαναφερθείσες εκκλησίες. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας φαίνεται να είναι μόνο η αρχή.
Φαίνεται ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας έχει ως σκοπό να επεκταθεί στην επικράτεια όλων των αυτοκέφαλων Ορθόδοξων Εκκλησιών που δεν θέλουν να ακολουθήσουν τις αντιλήψεις και τις πολιτικές της, δημιουργώντας ένα φιλορωσικό «εναλλακτικό» σύνολο Ορθόδοξων εκκλησιών στην επικράτεια των αυτοκέφαλων εκκλησιών που «δεν υπακούν στα προστάγματα της Μόσχας» – ακόμη κι αν πρόκειται για το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που είναι το πρώτο σε τιμή στον Ορθόδοξο κόσμο, ή το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το οποίο ακολουθεί δεύτερο σε τιμή και είναι μιάμιση χιλιετία παλαιότερο από αυτό της Μόσχας.
Επομένως, αυτό που θέλω να πω είναι το εξής: από τις 29 Δεκεμβρίου του 2021 η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας (Πατριαρχείο Μόσχας) προχώρησε σε μια νέα φάση του εκκλησιαστικού της ιμπεριαλισμού. Με την απόφασή της να μετατρέψει σε Ρώσους κληρικούς και λαϊκούς, ανθρώπους που ζουν υπό τη δικαιοδοσία μιας Ορθόδοξης Εκκλησίας ξένης προς τη Μόσχα, άρχισε να δημιουργεί εκδικητικά σχίσματα ανά τον Ορθόδοξο κόσμο και να απειλεί ανοιχτά ότι, «από τώρα και στο εξής, κάθε αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία που δεν θα υποστηρίζει το δικό μας (ρωσικό) όραμα για την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, προσχωρώντας σε κοινωνία μαζί της, θα διχοτομηθεί και θα κατακτηθεί –εν μέρει ή όσο το δυνατόν περισσότερο– από εμάς (τους Ρώσους)»! Φαίνεται ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας έχει ως σκοπό να επεκταθεί στην επικράτεια όλων των αυτοκέφαλων Ορθόδοξων Εκκλησιών, που δεν θέλουν να ακολουθήσουν τις αντιλήψεις και τις πολιτικές της, δημιουργώντας ένα φιλορωσικό «εναλλακτικό» σύνολο Ορθόδοξων εκκλησιών στην επικράτεια όλων των αυτοκέφαλων εκκλησιών που «δεν υπακούν στα προστάγματα της Μόσχας» – ακόμη κι αν πρόκειται για το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, που είναι το πρώτο σε τιμή στον Ορθόδοξο κόσμο, ή το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το οποίο ακολουθεί δεύτερο σε τιμή και είναι μιάμιση χιλιετία παλαιότερο από αυτό της Μόσχας.
Η Κανονική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας και το παράπτωμα της εισπήδησης
Εντάξει, θα μπορούσε να πει κάποιος σε αυτό το σημείο, αλλά δεν δικαιολογείται η Μόσχα να πράττει κατ’ αυτόν τον τρόπο, αν μια συγκεκριμένη Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο αρχαία και μεγάλη κι αν είναι, νομιμοποιεί ένα «σχίσμα» μέσω των «προδοτικών» της ενεργειών, όπως είναι για παράδειγμα η ίδρυση της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, ανεξάρτητης πλέον από τη Μόσχα; Τι γίνεται εάν, πράγματι, σε μια τέτοια Ορθόδοξη Εκκλησία ορισμένοι κληρικοί και πιστοί λαϊκοί διαφωνούν κάθετα με τις αποφάσεις του Πατριάρχη και των συνοδικών τους ιεραρχών και δεν επιθυμούν να παραμείνουν σε κοινωνία μαζί τους – τι γίνεται εάν, εξαιτίας αυτού του γεγονότος, στρέφονται προς τη Μόσχα, ακριβώς επειδή διαφωνούν με την ιεραρχία τους, όπως και η Μόσχα; Γίνεται ή «δεν γίνεται» –όπως αναφέρει ο Μητροπολίτης Ιλαρίων Αλφέγιεφ– να αρνηθεί η Μόσχα να τους δεχτεί υπό το ωμοφόριο του Ρώσου Πατριάρχη Κυρίλλου και να αποστείλει (ή απλώς να διορίσει) Ρώσο «έξαρχο» για να ποιμάνει τους διαφωνούντες αντί του υπάρχοντος Πατριάρχη, ο οποίος βρίσκεται σε κοινωνία με τους «σχισματικούς»;
Πράγματι, ακούγοντας τις εξυπνάδες του εκκλησιαστικού «υπουργού εξωτερικών» της Ρωσίας, τα πράγματα φαίνονται ακριβώς έτσι. Το Παλαίφατο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής αποφάσισε να έχει τη δική του άποψη για την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας και να εισέλθει σε εκκλησιαστική κοινωνία μαζί της, ενώ η κατά πάντα «αλάνθαστη» Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας διέκοψε την κοινωνία με το εν λόγω Πατριαρχείο. Όσον αφορά την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας –αν και ο Μητροπολίτης Ιλαρίων δεν το αναφέρει ρητά– η Αλεξάνδρεια (μαζί με την Κωνσταντινούπολη, την Ελλάδα και την Κύπρο) αποτελούν στην ουσία «σχισματικές» εκκλησίες. Επομένως, τι μπορεί να κάνει η Μόσχα με εκείνους τους Αφρικανούς κληρικούς, που πιστεύουν το ίδιο για την ιεραρχία τους και συγκλίνουν προς τη Μόσχα, την οποία μάλιστα «ικετεύουν» (εδώ και δύο ολόκληρα χρόνια) να τους προσαρτήσει; Τι άλλο να κάνει εκτός απ’ το να στείλει έναν επίσκοπο και να τους φιλοξενήσει στην «Εξαρχία» της εντός της «σχισματικής» τους επικράτειας;
Αυτό είναι το κανονικό καθεστώς της Μίας, Αγίας, Αποστολικής και Καθολικής Εκκλησίας. Απαγορεύεται κατηγορηματικά η ίδρυση εκκλησιαστικών δομών σε ξένο εκκλησιαστικό έδαφος από επίσκοπο (ή επισκόπους) εκτός του εν λόγω εκκλησιαστικού εδάφους.
Επί τη βάσει της παραπάνω λογικής, με την οποία είμαι σίγουρος ότι συμφωνούν διάφοροι ρωσόφιλοι και στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Βουλγαρίας, ντρέπομαι για την παράνοια, που φαίνεται να χαρακτηρίζει έως σήμερα την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας. Είναι δυνατόν να πιστεύουν, όπως αναφέρει και ο «υπουργός εξωτερικών» τους, ότι αυτό που έπραξαν είναι δικαιολογημένο και ορθό; Είναι δυνατόν να νομίζουν ότι μια Αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία, με την οποία έχουν διαφωνήσει για ένα συγκεκριμένο λόγο, να μετατρέπεται γι’ αυτούς –χωρίς καμιά συνοδική απόφαση– σε περιοχή, στην οποία, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας –στην εν λόγω περίπτωση– να έχει πλέον το δικαίωμα να διορίσει τον δικό της επίσκοπο και να ιδρύσει «Εξαρχία»; Είναι μήπως άδολο να δέχεται αιτήματα από κληρικούς της εν λόγω Αυτοκέφαλης Εκκλησίας, οι οποίοι για κάποιο λόγο έχουν έρθει σε σύγκρουση με τον επικεφαλής τους, για να «προσαρτηθούν» από έναν άλλον επικεφαλής, διορισμένο από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας; Επαναλαμβάνω ότι αισθάνομαι ντροπή, εγώ που δεν είμαι πτυχιούχος θεολογίας, να βλέπω ότι η «λογική» ενός Μητροπολίτη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας είναι τόσο σκανδαλώδης, ενώ ο ίδιος, καθώς και ο Πατριάρχης του ούτε δίνουν σημασία στην εν λόγω κατάπτυστη συμπεριφορά.
Ορίστε λοιπόν τι αναφέρουν οι Κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ήδη από τους αρχαιότερους χρόνους της ύπαρξής Της:
Σχετικά με τον διορισμό επισκόπων από μία Ορθόδοξη Εκκλησία (επισκοπή, πατριαρχείο κ.λπ.) στην επικράτεια μιας άλλης Ορθόδοξης Εκκλησίας (επισκοπής, πατριαρχείου κ.λπ.): Ἐπίσκοπον μὴ τολμᾶν ἔξω τῶν ἑαυτοῦ ὃρων χειροτονίας ποιεῖσθαι, εἰς τάς μὴ ὑποκειμένας αὐτῷ πόλεις καὶ χώρας˙ εἰ δὲ ἐλεγχθείη τοῦτο πεποιηκώς, παρὰ τὴν τῶν κατεχόντων τὰς πόλεις ἐκείνας ἡ τὰς χώρας γνώμην, καθαιρείσθω καὶ αὐτὸς καὶ οὓς ἐχειροτόνησεν (Κανών λε΄: Περὶ ὑπερορίου χειροτονίας)· Τοὺς ὑπὲρ διοίκησιν ἐπισκόπους ταῖς ὑπερορίοις ἐκκλησίαις μὴ ἐπιέναι, μηδὲ συγχέειν τὰς ἐκκλησίας […] Ἀκλήτους δὲ ἐπισκόπους ὑπὲρ διοίκησιν μὴ ἐπιβαίνειν ἐπὶ χειροτονία, ἢ τισιν ἄλλαις οἰκονομίαις ἐκκλησιαστικαῖς (Κανών Β΄ τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου 381 μ.Χ. : Τὸν ἐπίσκοπον μὴ ἐπιέναι ἄκλητον εἰς ἄλλην παροικίαν)· Μηδένα ἐπίσκοπον τολμᾶν ἀφ’ ἑτέρας ἐπαρχίας εἰς ἑτέραν μεταβαίνειν καὶ χειροτονεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ τινὰς εἰς προαγωγὴν λειτουργίας, μηδὲ εἰ συνεπάγοιτο ἑαυτῷ ἑτέρους, εἰ μὴ παρακληθεὶς ἀφίκοιτο διὰ γραμμάτων τοῦ τε μητροπολίτου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ ἐπισκόπων, ὧν εἰς τὴν χώραν παρέρχοιτο. Εἰ δὲ μηδενὸς καλοῦντος ἀπέλθοι ἀτάκτως ἐπὶ χειροθεσίᾳ τινῶν καὶ καταστάσει τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, μὴ προσηκόντων αὐτῷ, ἄκυρα μὲν τὰ ὑπ’ αὐτοῦ πραττόμενα τυγχάνειν, καὶ αὐτὸν δὲ ὑπέχειν τῆς ἀταξίας αὐτοῦ καὶ τῆς παραλόγου ἐπιχειρήσεως τὴν προσήκουσαν δίκην, καθῃρημένον ἐντεῦθεν ἤδη ὑπὸ τῆς ἁγίας συνόδου (Κανών ΙΓ΄ της Τοπικῆς Συνόδου Αντιοχείας 341 μ.Χ. Περὶ τοῦ, μὴ ὑπερόρια χειροτονίας γίνεσθαι)· ἵνα μηδεὶς ἐπισκόπων ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ ἐπαρχίας εἰς ἑτέραν ἐπαρχίαν (Κανών Γ΄ τῆς Τοπικῆς Συνόδου Σαρδικῆς 343 μ.Χ., Οὐδ εἰς ἄλλου ἐπαρχίαν ἀπίτω, εἰ μὴ παρὰ τοῦ ἐπισκόπου προσκληθείς· ὑπὸ δὲ τῶν ἐπισκόπων τῆς ἐπαρχίας δικαζέσθωσαν αἱ διαφοραὶ τῶν ἐριζόντων ἐπισκόπων).
Αυτό είναι το κανονικό καθεστώς της Μίας, Αγίας, Αποστολικής και Καθολικής Εκκλησίας. Όπως γίνεται αντιληπτό, απαγορεύεται κατηγορηματικά η ίδρυση εκκλησιαστικών δομών σε ξένο εκκλησιαστικό έδαφος από επίσκοπο (ή επισκόπους) εκτός του εν λόγω εκκλησιαστικού εδάφους. Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι παραπάνω κανόνες, κατά την εποχή της υιοθέτησής τους, είχαν κατά νου την απαγόρευση της εισπήδησης επισκόπων κυρίως από γειτονικές επισκοπές και δεν μπορούσαν καν να διανοηθούν αυτό που σήμερα πράττει η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας – την εγκατάσταση δηλαδή επισκόπων από ένα αυτοκέφαλο πατριαρχείο στην επικράτεια ενός άλλου και την εγκαθίδρυση μιας εκκλησιαστικής δομής του πρώτου στην επικράτεια του δεύτερου. Αυτό που είναι ακόμη πιο σκανδαλώδες είναι ότι γίνεται από ένα Πατριαρχείο (το Πατριαρχείο Μόσχας), το οποίο ιδρύθηκε με Τόμο του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και εν συνεχεία υπογράφηκε από τα υπόλοιπα λεγόμενα Παλαίφατα Πατριαρχεία, συμπεριλαμβανομένου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας (το 1591), καθώς η εισπήδηση διεξάγεται στο έδαφος ενός Πρεσβυγενούς Πατριαρχείου, το οποίο θεωρείται μάλιστα ότι ιδρύθηκε από τον Απόστολο Μάρκο και επομένως δεν ανήκει στα Νεοπαγή Πατριαρχεία, στα οποία ανήκει αυτό της Μόσχας. Καθίσταται αντιληπτό, ότι αν πρόκειται να πραγματοποιηθεί μια μελλοντική Σύνοδος (στην οποία, όπως μαθαίνω, προετοιμάζονται να συνέλθουν όλα τα Παλαίφατα Πατριαρχεία, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας και των Ιεροσολήμων για να αντιμετωπίσουν την πρωτοφανή επιθετικότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας), θα πρέπει να ενεργήσει σύμφωνα με τους προαναφερθέντες κανόνες και πάραυτα να καθαιρέσει τον επίσκοπο Λεονίντ (Γκορμπατσόφ), τον διορισμένο «έξαρχο» της Αφρικής, και αντίστοιχα τον Πατριάρχη, στον οποίο υπάγεται, δηλαδή τον Κύριλλο της Μόσχας και να κηρύξει την εν λόγω «Εξαρχία» της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας στην Αφρική σχισματική δομή, με την οποία η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία δεν θα έχει κοινωνία.
Σχετικά με την αυθαίρετη διακοπή της κοινωνίας των κληρικών από τον κανονικό τους προκαθήμενο και την αποδοχή τους υπό τη δικαιοδοσία άλλου, όπως συμβαίνει σήμερα και σύμφωνα με τα αναφερόμενα από τον Μητροπολίτη Ιλαρίονα (Αλφέγιεφ) για τους 102 κληρικούς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, οι κανόνες της Εκκλησίας ορίζουν τα εξής: Ὥστε, εἴ τις πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος ἢ μητροπολίτης τολμήσειεν ἀποστῆναι τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον πατριάρχην κοινωνίας καὶ μὴ ἀναφέρει τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ τὸ ὡρισμένον καὶ τεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ μυσταγωγίᾳ, ἀλλὰ πρὸ ἐμφανείας συνοδικῆς καὶ τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως σχίσμα ποιήσει, τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία σύνοδος, πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ μόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καὶ ταῦτα μὲν ὥρισται καὶ ἐσφράγισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων προέδρων καὶ σχίσμα ποιούντων καὶ τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γὰρ δι’ αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ’ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. (Κανών ΙΕ΄ τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως 861 μ.Χ., Περὶ σχίσματος μητροπολιτῶν ἀπὸ τῶν ἰδίων Πατριαρχῶν).
Ο παραπάνω κανόνας καταδικάζει απόλυτα τους 102 εν λόγω κληρικούς, οι οποίοι δηλώνοντας ότι «διαφωνούν» με τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας διακόπτουν μαζί με τη Μόσχα την κοινωνία μαζί του. Γι’ αυτούς λοιπόν, για τους οποίους ο κανόνας ορίζει «να αποκλείονται εντελώς από την ιερωσύνη», εφόσον δημιουργούν «σχίσμα», ο «υπουργός εξωτερικών» της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας, δηλώνει συνοφρυωμένα ότι «δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε να τους δεχτούμε στην Εκκλησία μας». Επομένως –αν έχει διόλου υπόψη του τον κανόνα που παρατίθεται εδώ– μας λέει ότι δεν δίνει δεκάρα, αν ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας, από τον οποίο ισχυρίζονται ότι αποτειχίζονται οι εν λόγω 102 κληρικοί, ούτε έχει καταδικαστεί από οικουμενική σύνοδο, ούτε έχει υποπέσει σε ήδη καταδικασμένη αίρεση (το μόνο πράγμα που, σύμφωνα με τον κανόνα, θα δικαιολογούσε τις ενέργειες των εν λόγω κληρικών). Εφόσον οι εν λόγω κληρικοί αποσχίζονται από αυτόν επειδή δεν ακολουθεί τους δικούς μας Μοσχοβίτικους κανόνες, τότε για εμάς δεν είναι σχισματικοί. Πράγματι, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας «εισέρχεται σε ένα νέο στάδιο της ιστορικής της ύπαρξης» – ένα στάδιο, το οποίο, όπως φαίνεται, δεν διέπεται πλέον από τους κανόνες της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίες, αλλά από κανόνες, που η ίδια διαμορφώνει και ακολουθεί.
Επιλογικά
Τέλος, επιτρέψτε μου να θέσω το εξής ερώτημα –ακριβώς επειδή «δεν είμαι πτυχιούχος θεολογίας». Πώς αντιμετωπίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία της Βουλγαρίας την εν λόγω κατάσταση στην Οικουμενική Ορθοδοξία, μετά την απόφαση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας στις 29 Δεκεμβρίου του 2021; Τι γνώμη θα εκφέρει σχετικά με την ίδρυση της «Εξαρχίας» εκ μέρους της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ρωσίας στο έδαφος του Παλαιφάτου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, με το οποίο η Ορθόδοξη Εκκλησία της Βουλγαρίας βρίσκεται σε κοινωνία; Και ποιά στάση προτίθεται να τηρήσει στο μέλλον; Διότι, τολμώ να πω, ότι η εμφάνιση της εν λόγω πρωτοφανούς δομής, θέτει την Ορθοδοξία σύνολη ενόψει μιας μεγάλης δοκιμασίας.
Ωστόσο, αξίζει να αφιερώσουμε ένα άλλο κείμενο σ’ αυτή τη δοκιμασία. Εάν, μέχρι τότε, δεν τραβήξει περισσότερο το Ρωσικό κράτος την παγκόσμια προσοχή, μέσω μιας στρατιωτικής επέμβασης.
Ο Καλίν Γιανάκιεφ είναι καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σόφιας «Αγ. Κλήμης της Αχρίδας» και μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Μελέτης της Φιλοσοφίας του Μεσαίωνα (S.I.E.P.M).
H μετάφραση από τα βουλγαρικά έγινε από τον επιστημονικό συνεργάτη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου, Δρ. Γιάννη Καμίνη.
Οι τίτλοι των ενοτήτων ανήκουν στον επιμελητή του ιστολογίου.
Η φωτογραφία προέρχεται από το Καμερούν και δείχνει Ορθόδοξα παιδιά να κρατούν βυζαντινές εικόνες της Παναγίας.
[1] Καλίν Γιανάκιεφ, «Zaklûčitelno za konflikta na Moskva s Konstantinopol», [Συμπερασματικά για τη σύγκρουση της Μόσχας με την Κωνσταντινούπολη], Портал за култура, изкуство и общество, 2018 [Ανάκτηση 22 Ιανουαρίου 2022]; «Konfliktǎt za Cǎrkvata v Ukrajna», [Η διένεξη για την Εκκλησία στην Ουκρανία], Портал за култура, изкуство и общество, 2018 [Ανάκτηση 22 Ιανουαρίου 2022]; «Pod čija ûrisdikcija e Cǎrkvata v Ukrajna?“, [Υπό τη δικαιοδοσία τινός είναι η Εκκλησία στην Ουκρανία], Портал за култура, изкуство и общество, 2018 [Ανάκτηση 22 Ιανουαρίου 2022].
[2] Καλίν Γιανάκιεφ, «Kak Moskva se sdobi s cǎrkva zad granica» [Πως η Μόσχα απέκτησε εκκλησία στο εξωτερικό], ортал за култура, изкуство и общество, 2019 [Ανακτήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2022].
[3] Καλίν Γιανάκιεφ, «Cǎrkovnijt imperializǎm na Moskva» [Ο Εκκλησιαστικός Ιμπεριαλισμός της Μόσχας], Портал за култура, изкуство и общество, 2019 [Ανάκτηση 22 Ιανουαρίου 2022].