Η ευθύνη των Χριστιανών απέναντι στην κλιματική κρίση
Η κλιματική αλλαγή θεωρείται σήμερα ως το πιο επείγον πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα. Απειλεί όχι μόνο ένα μέρος του πλανήτη αλλά ολόκληρο το περιβάλλον, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και του φυσικού κόσμου. Με αφετηρία μια ακραία αυτό-αναφορική και ναρκισσιστική ερμηνεία της βιβλικής αφήγησης της δημιουργίας του κόσμου (Γεν. 1-2), που κυριάρχησε μετά τον Διαφωτισμό, ο άνθρωπος έχει υιοθετήσει έναν τρόπο ζωής, ο οποίος του αναγνωρίζει έναν ηγεμονικό ρόλο στον κόσμο. Εδώ και αιώνες, η ανθρωπότητα ακολούθησε αυτόν το δρόμο της χρηστικής εκμετάλλευσης και της υπερκατανάλωσης των φυσικών πόρων, αδιάφορη για τη διατήρηση, την προστασία ή την επιβίωση του ευρύτερου περιβάλλοντος.
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι μια πραγματικότητα που απειλεί κάποιο μέρος του πλανήτη μακριά από το σπίτι μας. Αντιθέτως, θέτει σε κίνδυνο τα χωριά και τις πόλεις μας κι εδώ στην Ελλάδα. Αρκεί να αναφερθούμε στις ανείπωτες καταστροφές που σημειώθηκαν στην Αττική τα τελευταία χρόνια (πλημμύρες στη Μάνδρα και πυρκαγιές στο Μάτι και στην Κινέττα), οι οποίες προκάλεσαν το θάνατο μεγάλου αριθμού συνανθρώπων μας (άνω των 100) μέσα σε λίγες ώρες. Επιπλέον, έχουμε συνηθίσει και δεν αποτελεί πλέον εξαίρεση, όχι μόνο να πληροφορούμαστε για ακραία καιρικά φαινόμενα, αλλά επίσης και να τα βιώνουμε με διάφορες μορφές, όπως μεγάλες χρονικές περιόδους με πολύ υψηλές θερμοκρασίες, έντονες καταιγίδες, δασικές πυρκαγιές, πλημμύρες, καταστάσεις άγνωστες πριν μερικές δεκαετίες. Πρόκειται για φαινόμενα, τα οποία προκαλούν ανυπολόγιστα προβλήματα, τόσο στο τοπικό περιβάλλον όσο και στο κλίμα και την οικονομία. Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι η κλιματική αλλαγή ως γέννημα της παγκοσμιοποίησης και του τρόπου ζωής μας όχι μόνο προκαλεί αλλά και επηρεάζει με διαφορετικούς τρόπους ολόκληρο τον πλανήτη, γι’ αυτό θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προκειμένου να μειωθούν οι συνέπειές της.
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι μια πραγματικότητα που απειλεί κάποιο μέρος του πλανήτη μακριά από το σπίτι μας. Αντιθέτως, θέτει σε κίνδυνο τα χωριά και τις πόλεις μας κι εδώ στην Ελλάδα. Αρκεί να αναφερθούμε στις ανείπωτες καταστροφές που σημειώθηκαν στην Αττική τα τελευταία χρόνια, οι οποίες προκάλεσαν το θάνατο μεγάλου αριθμού συνανθρώπων μας μέσα σε λίγες ώρες. Πρόκειται για φαινόμενα, τα οποία προκαλούν ανυπολόγιστα προβλήματα, τόσο στο τοπικό περιβάλλον όσο και στο κλίμα και την οικονομία. Είναι αυτονόητο λοιπόν ότι η κλιματική αλλαγή ως γέννημα της παγκοσμιοποίησης και του τρόπου ζωής μας όχι μόνο προκαλεί αλλά και επηρεάζει με διαφορετικούς τρόπους ολόκληρο τον πλανήτη, γι’ αυτό θα πρέπει να ληφθούν μέτρα προκειμένου να μειωθούν οι συνέπειές της.
Πως αντιδρά ή τι μπορεί να κάνει η Ορθόδοξη Εκκλησία απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα;
Υπό την καθοδήγηση του «Πράσινου Πατριάρχη», της ΑΘΠ του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες με τη διοργάνωση διεπιστημονικών και διαθρησκειακών συνεδρίων (Πάτμος 1995, Μαύρη Θάλασσα 1997, Δούναβης 1999, Αττική 2018) και πρωτοβουλιών (π.χ. η καθιέρωση της 1ης Σεπτεμβρίου ως Ημέρας Προσευχής για το Περιβάλλον), επιδιώκοντας να επισημάνει, τόσο τις πνευματικές όσο και τις θρησκευτικές πτυχές της οικολογικής κρίσης, τονίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη για μια πνευματική μεταμόρφωση της ανθρωπότητας, για την από κοινού αντιμετώπιση αυτών των αρνητικών εξελίξεων. Σε ένα κείμενο, το οποίο εκδόθηκε πριν ένα χρόνο ακριβώς με την ευλογία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και συντάχθηκε από σχετική επιτροπή διαπρεπών θεολόγων από όλον τον κόσμο, με τίτλο «Υπερ της του κόσμου ζωής: Το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας», σημειώνεται χαρακτηριστικά σχετικά με την παρούσα περιβαλλοντική κρίση:
«Κανένας δέν μπορεῖ νά ζεῖ ἀποκομμένος ἀπό τό σύνολο τῆς ἀνθρωπότητας, ἀπό τό σύνολο τῆς δημιουργίας. Εἴμαστε πλάσματα (ἀλληλο)ἐξαρτώμενα, πού βρίσκονται σέ διαρκή κοινωνία, καί ὡς ἐκ τούτου φέρουμε ἠθική εὐθύνη, ὄχι μόνο γιά μᾶς τούς ἴδιους ἤ γιά ἐκείνους τούς ὁποίους ἐπηρεάζουμε ἄμεσα, ἀλλά καί γιά ὁλόκληρη τήν κτιστή τάξη—ὁλόκληρη, τρόπος τοῦ λέγειν, τήν «κοσμόπολη». Ἰδιαίτερα στήν ἐποχή μας, θά πρέπει νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ διακονία τοῦ πλησίον καί ἡ διαφύλαξη τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένες. Παρόμοια ἄρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους εἶναι καί ἡ φροντίδα μας γιά τή δημιουργία καί ἡ διακονία μας πρός τά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπως εἶναι ἀλληλένδετες καί οἱ οἰκονομικές συνθῆκες τῶν φτωχῶν μέ τίς οἰκολογικές συνθήκες τοῦ πλανήτη. Οἱ ἐπιστήμονες μᾶς λένε ὅτι ἐκείνοι πού ἔχουν πληγεῖ περισσότερο ἀπό τήν τρέχουσα οἰκολογική κρίση εἶναι καί θά εἶναι ὅσοι κατέχουν ἐλάχιστα. Ἑπομένως, τό πρόβλημα τῆς κλιματικῆς ἀλλαγῆς ἀποτελεῖ καί ζήτημα κοινωνικῆς πρόνοιας καί κοινωνικῆς δικαιοσύνης. Ἔτσι, ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τίς κυβερνήσεις τοῦ κόσμου νά ἀναζητήσουν τρόπους προώθησης τῶν περιβαλλοντολογικῶν ἐπιστημῶν μέσῳ τῆς ἐκπαίδευσης καί τῶν κρατικῶν ἐπιχορηγήσεων, ἐρευνητικῶν προγραμμάτων. Τίς καλεῖ νά προθυμοποιηθοῦν γιά τή χρηματοδότηση τεχνολογιῶν, οἱ ὁποῖες θά συντελέσουν στήν ἀναστροφή τῶν δυσμενῶν ἐπιπτώσεων ἀπό τίς ἐκπομπές τοῦ διοξειδίου τοῦ ἄνθρακα, ἀπό τή ρύπανση καί ἀπό ὅλες τίς μορφές περιβαλλοντικῆς ὑποβάθμισης» (παρ. 76).
Υπό την καθοδήγηση του «Πράσινου Πατριάρχη», της ΑΘΠ του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες με τη διοργάνωση διεπιστημονικών και διαθρησκειακών συνεδρίων επιδιώκοντας να επισημάνει, τόσο τις πνευματικές όσο και τις θρησκευτικές πτυχές της οικολογικής κρίσης, τονίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη για μια πνευματική μεταμόρφωση της ανθρωπότητας, για την από κοινού αντιμετώπιση αυτών των αρνητικών εξελίξεων.
Το προφητικό αυτό έγγραφο αναφέρει σαφώς, ότι όσο ο τύπος του homo economicus συνεχίζει να κυριαρχεί στο ανθρωπολογικό μας φαντασιακό, σύμφωνα με τον οποίο η οικονομική ανάπτυξη με σύγχρονους όρους, καθώς κι ο νεοφιλελευθερισμός μπορούν να λύσουν οποιοδήποτε πρόβλημα και ότι οι αγορές είναι το καλύτερο μέσο με το οποίο τα άτομα και οι σύγχρονες κοινωνίες επιτυγχάνουν ολοένα αυξανόμενο πλούτο, η αναζήτηση ενός εναλλακτικού ανθρωπολογικού μοντέλου βασισμένου σε μια επανερμηνεία της χριστιανικής παράδοσης καθίσταται απολύτως αναγκαία.
Λαμβάνοντας ως αφετηρία το αγαπητικό-κοινοτικό-θυσιαστικό ήθος, που εκδηλώνεται στην αυτο-αποκάλυψη του Τριαδικού Θεού εν Χριστώ, μαζί με τον προσωπικό τρόπο ύπαρξης που συνοψίζει τη λογική πρόταση για τον άνθρωπο, η Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία καλείται να προτείνει ένα διαφορετικό μοντέλο ζωής και κοινωνικής συνύπαρξης, όπου ο σεβασμός της προσωπικής ελευθερίας και της ετερότητας, ο σεβασμός της ακεραιότητας της δημιουργίας, καθώς και η ηθική ευθύνη να αναλάβουμε δράση στον παρόντα αιώνα και να μην περιμένουμε παθητικά τα έσχατα, μπορούν να αποτελέσουν θεμελιώδη πολιτισμική προϋπόθεση. Πιστεύω ότι το ανθρωπολογικό ιδεώδες του προσώπου, όταν κατανοηθεί ως homo eucharisticus, όπως βιώνεται στην εμπειρία της Εκκλησίας και μαρτυρείται σε όλη την εκκλησιαστική παράδοση και ζωή, συνιστά το πιο πολύτιμο δώρο που μπορεί να προσφέρει η Ορθοδοξία στον σύγχρονο άνθρωπο, το πιο ισχυρό αντίδοτο απέναντι στην επικρατούσα ιδεολογία του homo economicus.
Λαμβάνοντας ως αφετηρία το αγαπητικό-κοινοτικό-θυσιαστικό ήθος, που εκδηλώνεται στην αυτο-αποκάλυψη του Τριαδικού Θεού εν Χριστώ, μαζί με τον προσωπικό τρόπο ύπαρξης που συνοψίζει τη λογική πρόταση για τον άνθρωπο, η Ορθόδοξη Εκκλησία και θεολογία καλείται να προτείνει ένα διαφορετικό μοντέλο ζωής και κοινωνικής συνύπαρξης, όπου ο σεβασμός της προσωπικής ελευθερίας και της ετερότητας, ο σεβασμός της ακεραιότητας της δημιουργίας, καθώς και η ηθική ευθύνη να αναλάβουμε δράση στον παρόντα αιώνα και να μην περιμένουμε παθητικά τα έσχατα, μπορούν να αποτελέσουν θεμελιώδη πολιτισμική προϋπόθεση.
Με αφετηρία την πλούσια παράδοσή μας, θεωρώ ότι ως Ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε την υποχρέωση να καλλιεργήσουμε και να προβάλλουμε ένα νέο ήθος, ένα νέο τρόπο ύπαρξης, διαφορετικό από τον κυρίαρχο τρόπο ζωής που θέτει ως προτεραιότητα την κατανάλωση και τον ατομικό ευδαιμονισμό υπεράνω της κοινωνικής αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης, της ευθύνης προς τον πλησίον, όλων των δημιουργημάτων και ολάκερης της φύσης. Αυτό που χρειάζεται δεν είναι απλώς ένα νέο πολιτικό πρόγραμμα που θα προσπαθεί να βρει την ισορροπία μεταξύ των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν και των κινδύνων που πρέπει να αποφευχθούν χάριν της πολιτικής ορθότητας, αλλά ένα νέο ήθος που θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη την υπόρρητη ανάγκη των ανθρώπων να εγκύψουν βαθιά στην καρδιά τους, αναζητώντας το πραγματικό νόημα για ολόκληρο τον κόσμο.
Εμπνεόμενοι από αυτό το εναλλακτικό ήθος, δεν μπορεί παρά ο καθένας από μας, τόσο οι ποιμένες του λαού του Θεού όσο και ο κάθε χριστιανός να αναλάβουμε ενεργό δράση προς την κατεύθυνση της ανακύκλωσης των φυσικών πόρων, την εξάλειψη ή τουλάχιστον τη σημαντική μείωση των αποβλήτων μας, τη χρήση καθαρών και μη τοξικών υλικών και τροφίμων (στο σημείο αυτό η παράδοση της νηστείας της Εκκλησίας μας, όπως τη βιώνουμε ειδικά την περίοδο που διανύουμε της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, θα βοηθούσε πολύ), και βεβαίως την αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας και καυσίμων (ανεμογεννήτριες, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας). Όλα αυτά θα μπορούσαν να συμβάλουν σταδιακά στη διαμόρφωση ενός πράσινου περιβάλλοντος με σημαντικές επιπτώσεις και στο περιφερειακό κλίμα. Μια Πράσινη Εκκλησία, ένας όρος που μπορεί να ακούγεται περίεργος στα αυτιά των Ορθόδοξων αδερφών μας, θα πρέπει ίσως να θεωρείται ως ο μόνος τρόπος για να μεταμορφώσουμε τον κόσμο εδώ και τώρα.
Με αφετηρία την πλούσια παράδοσή μας, θεωρώ ότι ως Ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε την υποχρέωση να καλλιεργήσουμε και να προβάλλουμε ένα νέο ήθος, ένα νέο τρόπο ύπαρξης, διαφορετικό από τον κυρίαρχο τρόπο ζωής που θέτει ως προτεραιότητα την κατανάλωση και τον ατομικό ευδαιμονισμό υπεράνω της κοινωνικής αλληλεγγύης. Αυτό που χρειάζεται δεν είναι απλώς ένα νέο πολιτικό πρόγραμμα που θα προσπαθεί να βρει την ισορροπία μεταξύ των στόχων που πρέπει να επιτευχθούν και των κινδύνων που πρέπει να αποφευχθούν χάριν της πολιτικής ορθότητας, αλλά ένα νέο ήθος που θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη την υπόρρητη ανάγκη των ανθρώπων να εγκύψουν βαθιά στην καρδιά τους, αναζητώντας το πραγματικό νόημα για ολόκληρο τον κόσμο.
Ζούμε σε μια κρίσιμη εποχή, όπου απαιτείται ριζική δράση ενάντια στην εγωκεντρική και καταναλωτική κουλτούρα, η οποία μας εμποδίζει να βρούμε ένα πραγματικό νόημα στη ζωή μας. Η ιστορία της Εκκλησίας μας είναι μια προσπάθεια να εξηγήσει τη φύση και τον χαρακτήρα του κακού (σήμερα ως οικολογικό κακό), τις επιπτώσεις του κυρίως για τη θεανθρώπινη κοινωνία, καθώς και τη διαταραχή που προκαλεί στην ίδια τη δημιουργία, προσφέροντας ένα νέο όραμα σύμφωνα με την προοπτική της θέωσης, η οποία αποτελεί και τον κύριο στόχο της χριστιανικής ζωής.
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, μέλος συνοδικών επιτροπών της Εκκλησίας της Ελλάδος, είναι Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου και της Γενικής Συνέλευσης της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρείας.
Το παρόν άρθρο αποτελεί παρέμβαση που διαβάστηκε στη διαδικτυακή παρουσίαση του συλλογικού τόμου The Orthodox Church Addresses the Climate Crisis, eds.,Theodota Nantsou & Nikolaos Asproulis (Athens: WWF Greece; Volos: Volos Academy Publications, 2021), η οποία έλαβε χώρα τη Δευτέρα 29 Μαρτίου, 2021.
Το εικαστικό θέμα της ανάρτησης λεπτομέρεια από το εξώφυλλο του συλλογικού τόμου και είναι έργο του π. Σταμάτη Σκλήρη με τίτλο «Nature».